(Αναρχικό Δελτίο, νο 14, Μάρτης 2002)

ΒΟΛΙΒΙΑ: ΕΝΑ ΒΗΜΑ ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΕΞΕΓΕΡΣΗ
Επιστολή των βολιβιανών αναρχικών Juventudes Libertarias, 6 Φεβρουαρίου 2002

Ένας θάνατος την εβδομάδα, ένας τραυματίας την ημέρα, δεκάδες μαρτυρίες για βασανιστήρια, δεκάδες διωκόμενοι συνδικαλιστές, εκατό πολιτικοί κρατούμενοι, κλείσιμο των ραδιοφωνικών σταθμών που έχουν σχέση με κοινωνικά και συνδικαλιστικά κινήματα. Μέσα σε λιγότερο από έξι μήνες, αυτή είναι η ισορροπία του καθεστώτος, πιο στυγνό απ' ότι υπήρξε κάθε άλλη φορά μετά την πτώση της στρατιωτικής δικτατορίας πριν από 20 χρόνια.

Το κλίμα αυτών των ημερών συμπληρώνεται από τις επιθέσεις των ΜΜΕ που εγκληματοποιούν κάθε κοινωνική διαμαρτυρία, νομιμοποιώντας το οικονομικό και πολιτικό κοινωνικό σύστημα που επιβάλλει το κράτος. Τα πάντα βρίσκονται κάτω από την εξουσία του καπιταλιστικού ιμπεριαλισμού, αυτού που διεξάγει μια αρπακτική επιδρομή για την γεωπολιτική κυριαρχία και συγκρούεται με την κινητοποιημένη οργή του βολιβιανού προλεταριάτου.

Η εργατική τάξη, η οποία βρίσκεται σε ανάκαμψη από το 2000, προοδευτικά ενισχύει την ενότητά της και ξεκαθαρίζει τους στόχους της. Αν και η ανεκδιήγητη γραφειοκρατία δεν παρέκκλινε ούτε στιγμή από τις σοβινιστικές και συνδιαλλακτικές θέσεις της, η αποφασιστικότητα των εργατικών μαζών ανάγκασε τους συνδικαλιστές ηγέτες να συμμετάσχουν σ' αυτούς τους αγώνες, τους πιο ριζοσπαστικούς από ποτέ, όπου η εργατική τάξη απελευθερώνει η ίδια τον εαυτό της στη Βολιβία.

Το προλεταριάτο, αντιμέτωπο με τη βία του Κράτους και του Κεφάλαιου, υπερασπίζεται τον εαυτό του. Τον τελευταίο μήνα τρεις στρατιώτες και ένας αστυνομικός σκοτώθηκαν στο Chapare, ενώ στο Sucre οφειλέτες που αντιστέκονται στις κατασχέσεις έριξαν βενζίνη σε μια διμοιρία αστυνομικών και τους έβαλαν φωτιά. Στην περιοχή του Pocitos, χιλιάδες συνοριακοί εργάτες έτρεψαν σε φυγή μια ομάδα επίλεκτων αστυνομικών και έκαψαν το φυλάκιο στα σύνορα με την Αργεντινή. Τέλος, στις 2 Φλεβάρη, μια πορεία χιλιάδων εργατών, καλλιεργητών κόκας, φοιτητών, οφειλετών, δασκάλων, εργαζομένων στην υγεία και την ύδρευση, και εργατών χωρίς σύνταξη κατέληξε στο αστυνομικό τμήμα της πόλης Cochabamba, ρίχνοντας πέτρες, βεγγαλικά και μπογιά. Η πορεία ήταν μια διαμαρτυρία για την σκληρή καταστολή που ασκούν οι επίλεκτες δυνάμεις -οι “dalamatas”-, οι οποίες κατηγορούνται για βασανιστήρια σε πολιτικούς κρατούμενους με ηλεκτροσόκ στα ούλα. Τελικά μια ομάδα νέων με μαύρα ρούχα πέταξε μία αυτοσχέδια βόμβα τραυματίζοντας πέντε αστυνομικούς, ανάμεσά τους και έναν ανώτατο αξιωματικό.

Τις τελευταίες δύο εβδομάδες η Cochabamba έχει γίνει το επίκεντρο των διαδηλώσεων, με χιλιάδες ανθρώπους στους δρόμους να στήνουν οδοφράγματα, να ανάβουν φωτιές, να πυρπολούν αυτοκίνητα και σε ορισμένες περιπτώσεις να επιτίθενται σε πολυτελή καταστήματα. Επίθεση έγινε και ενάντια στο κτήριο των δικαστηρίων, όπου οι διαδηλωτές τοποθέτησαν συρματοπλέγματα και έριξαν γυαλιά για να εμποδίσουν τη δίοδο στην αστυνομία, η οποία όταν τελικά έφτασε συνέλαβε ακόμα και παιδιά 11 χρονών κάνοντας χρήση όπλων. Το τελευταίο αυτό γεγονός έγινε κυνικά αποδεκτό από τον υπουργό της κυβέρνησης, που το δικαιολόγησε λέγοντας πως είχαν τελειώσει οι προμήθειες δακρυγόνων.

Το κοινωνικό κίνημα στην Cochabamba, που αποτελείται σε μεγάλο βαθμό από καλλιεργητές κόκας, ζητά την κατάργηση του κοινοβουλίου και το σχηματισμό λαϊκής συνέλευσης. Οι ταραχές ξέσπασαν μετά την αποπομπή από το κοινοβούλιο του αγρότη Evo Morales, του συνδικαλιστή ηγέτη των παραγωγών κόκας. Οι ονομαζόμενοι cocaleros είναι διάσπαρτοι σε όλη την περιοχή του Chapare και ασχολούνται με την καλλιέργεια φύλλων κόκας. Πρόσφατα, η κυβέρνηση κήρυξε παράνομη την αγορά και την πώληση κόκας, καταδικάζοντας 35.000 οικογένειες στην πείνα. Κι όλα αυτά με τις οδηγίες της Ουάσιγκτον, στο πλαίσιο του ψευτο-πολέμου κατά των ναρκωτικών.

Παραδοσιακά, η κόκα χρησιμοποιείται για περισσότερο από χίλια χρόνια, ενώ και σήμερα μεγάλα τμήματα των ιθαγενών και των mestizo κάνουν χρήση της κόκας μόνιμα, ως μέρος της κουλτούρας τους. Γι' αυτό το λόγο το κίνημα των καλλιεργητών κόκας λέει πως αυτή η εκστρατεία στοχεύει στην απόσπαση και την εμπορευματοποίηση της κόκας, σε μια πολιτισμική γενοκτονία. Έτσι οι δυνάμεις του στρατού και της αστυνομίας δολοφόνησαν, μόνο σ' αυτή την περιοχή, περισσότερους από ογδόντα καλλιεργητές κόκας, πυροβόλησαν και βασάνισαν εκατοντάδες άλλους, λεηλάτησαν και έκαψαν ολόκληρες πόλεις.

Η πραγματική πρόθεση του καπιταλιστικού ιμπεριαλισμού που χρηματοδοτεί αυτή την εκστρατεία είναι ο έλεγχος των περιοχών της Αμαζονίας και των Άνδεων, ως μέρος της ευρύτερης στρατηγικής για την εξουδετέρωση κάθε κοινωνικής αντίστασης στην περιοχή.

Η σθεναρή αντίσταση του κινήματος των cocaleros εξηγείται κατά ένα μέρος από την πρακτική της ευέλικτης οργάνωσής του, η οποία βασίζεται στις οριζόντιες κοινοτικές παραδόσεις των ayllu και ayni, που διαθέτουν την παράδοση της αυτοδιαχείρισης.

Παρόμοια μορφή οργάνωσης έχει αναπτυχθεί και από τους ιθαγενείς των υψιπέδων που προστέθηκαν αυτή την εβδομάδα στις κινητοποιήσεις, αποκλείοντας δρόμους μαζί με αγρότες από άλλες περιοχές και απαιτώντας, ανάμεσα σε άλλα, και την εκδίωξη από τη χώρα της εταιρίας ENRON.

Σε διαφορετικό βαθμό η καθεμία, σχεδόν όλες οι οδικές αρτηρίες που χρησιμοποιούνται για μεταφορές στη Βολιβία φαίνεται να είναι αποκλεισμένες. Ωστόσο, στρατιώτες ανοίγουν το μεγαλύτερο μέρος τους ως το μεσημέρι, αλλά μόνο για λίγο αφού σύντομα ξανααποκλείονται. (...)

Πολλές αγροτικές οργανώσεις και οι οργανώσεις των ιθαγενών προειδοποιούν πως η μάχη για τη γη θα είναι πολύ σοβαρότερη απ' αυτήν της κόκας, καθώς οι νέες μεταρρυθμίσεις του Συντάγματος θα ευνοήσουν τους μεγαλοϊδιοκτήτες γης στα ανατολικά.

Το κοινωνικό κίνημα που συμμετέχει στον αγώνα περιλαμβάνει πολλούς τομείς (...) και παρόλο που δεν δρα με προμελετημένο και συντονισμένο τρόπο, η αλληλεγγύη ανάμεσα στους διαφορετικούς τομείς είναι διαρκής και περιθωριοποιεί την κυβέρνηση και την πίστη στην αστική δημοκρατία.

Η κυβέρνηση του προέδρου Quiroga είναι ένα πτώμα που συνεχίζει να κυβερνά χάρη στη στήριξη της Αμερικάνικης πρεσβείας. Η ίδια η ύπαρξή της είναι ένα παράδοξο, σε μια χώρα που κλυδωνίζεται και έχει μεγάλη παράδοση πραξικοπημάτων. Είναι ένα ακόμη σημείο των καιρών που ζει η Λατινική Αμερική κάτω από τον καπιταλιστικό ιμπεριαλιστικό ζυγό.

(...)

Πρέπει να υπερνικηθούν οι γραφειοκρατίες, αλλιώς θα γίνουμε θύματα της καπιταλιστικής κρίσης που φαίνεται στον ορίζοντα, και της οποίας τις συνέπειες έχουμε ήδη νιώσει. Μόνο η κοινωνική επανάσταση και η οικοδόμηση μιας νέας κοινωνίας μπορεί να προσφέρει ένα μέλλον στους εργάτες που αγωνίζονται, όχι μόνο για την επίλυση των άμεσων προβλημάτων τους αλλά και για τη δημιουργία ενός αυτοδιευθυνόμενου, οριζόντιου, ελευθεριακού κομμουνιστικού μέλλοντος.

Ο κοινωνικός αγώνας που αναπτύσσεται στη Βολιβία είναι μέρος του ίδιου ταξικού πολέμου που, ιστορικά, το προλεταριάτο στρέφει απέναντι στο κεφάλαιο και το κράτος. Κι αυτό είναι κάτι που πρέπει να αναγνωριστεί στους αγώνες που θα απελευθερώσουν τους Βολιβιανούς εργάτες, και αυτοί οι αγώνες πρέπει να ενισχυθούν με διεθνιστικές κινήσεις ανάλογες των περιστάσεων.

Ο ΑΓΩΝΑΣ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟΣ, ΑΥΤΟΔΙΕΥΘΥΝΟΜΕΝΟΣ, ΔΙΕΘΝΙΣΤΙΚΟΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΕΞΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟΣ Ή ΔΕΝ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΤΙΠΟΤΑ

Juventudes Libertarias

O AΓΩΝΑΣ ΤΩΝ ΙΝΔΙΑΝΩΝ ΑΓΡΟΤΩΝ

Στην περιοχή Cochabamba της Βολιβίας τους τελευταίους μήνες διεξάγεται μια σφοδρή σύγκρουση ανάμεσα στους “κοκαλέρος” (ιθαγενείς αγρότες της περιοχής που καλλιεργούν κόκα) και τις κυβερνητικές δυνάμεις. Οι αγρότες διεκδικούν το δικαίωμά τους στην παραδοσιακή καλλιέργεια της κόκας που χρησιμοποιείται για φαρμακευτικούς λόγους και εντάσσεται στα έθιμα της περιοχής, ενώ με την κατάργηση της καλλιέργειας απειλούνται επιπλέον με το φάσμα της απόλυτης φτώχειας. Οι κινητοποιήσεις τους έχουν συναντήσει την άγρια καταστολή του κράτους και πολλοί αγωνιστές έχουν δολοφονηθεί. Στα μέσα του Γενάρη οι βίαιες συγκρούσεις της Σακάμπα κόστισαν επτά νεκρούς από τους οποίους τέσσερις ιθαγενείς αγρότες και τρεις ένστολοι, ενώ 70 μέλη της Ιθαγενικής Αγροτικής Συνομοσπονδίας συνελήφθησαν. Κάθε νομικό δικαίωμα καταστρατηγήθηκε ενώ πολλά από τα μέλη των οικογενειών τους, ακόμα και παιδιά, κακοποιήθηκαν.

Aπό την επομένη της 11ης Σεπτεμβρίου και στο όνομα του "πολέμου ενάντια στην Τρομοκρατία", οι ΗΠΑ προχώρησαν στην οικονομική υποστήριξη ορισμένων λατινοαμερικάνικων κυβερνήσεων -όπως αυτή της Βολιβίας. Από τα τέλη Οκτωβρίου, οι συγκρούσεις ανάμεσα σε κυβερνητικά στρατεύματα και ιθαγενείς αγρότες επεκτάθηκαν σε όλη τη χώρα, καθώς οι αγρότες αντιστέκονται απελπισμένα στις πολιτικές εξάλειψης των καλλιεργειών της κόκας και ιδιωτικοποίησης της γης, οι οποίες υποστηρίζονται από τις ΗΠΑ, τη Διεθνή Τράπεζα και το ΔΝΤ.

Στο Chapare αγρότες μπλόκαραν στρατιωτικές βάσεις σε μια προσπάθεια να εμποδίσουν το σχέδιο "Αξιοπρέπεια" που επέβαλαν οι ΗΠΑ με σκοπό να εξαλείψουν ολοκληρωτικά τις καλλιέργειες κόκας μέχρι το 2002. Από την επανεκλογή του προέδρου της Βολιβίας Hugo Banzer το 1997, τα βολιβιανά στρατεύματα κατέστρεψαν το 95% των καλλιεργειών κόκας στο Chapare, που ανήκαν κατά κύριο λόγο σε φτωχούς αγρότες, ακόμα και σε περιπτώσεις που οι ιθαγενείς ζητούσαν να επιτραπεί η διατήρηση κάποιων φυτειών για τη χρησιμοποίησή τους στην παραδοσιακή κουλτούρα και ιατρική. Τρεις αγρότες σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια των συμπλοκών στους αποκλεισμένους δρόμους και άλλος ένας πέθανε από τα χημικά αέρια που χρησιμοποιήθηκαν για τη διάλυση των διαδηλώσεων.

Παράλληλα με τους ιθαγενείς, από οργανώσεις όπως η Συνομοσπονδία των Ιθαγενών Αγροτών και η Συνομοσπονδία Ιθαγενών της Βολιβίας (CIDOB) που αγωνίζονται ενάντια στην ιδιωτικοποίηση της γης και για την επανάκτηση των φυλετικών εδαφών τους, οι βολιβιανοί εργαζόμενοι ευρύτερα συνεχίζουν να αγωνίζονται ενάντια στη νεοφιλελεύθερη πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων που υποστηρίζονται από τη Διεθνή Τράπεζα. Τον Απρίλιο του 2000 ο λαός της Cochabamba ανάγκασε την πολυεθνική εταιρεία Becthel να αποσυρθεί από την κατοχή του ιδιωτικοποιημένου συστήματος ύδρευσης, ενώ οι εργαζόμενοι στην εθνική αεροπορική εταιρεία αγωνίζονται σήμερα ενάντια σε ό,τι σημαίνει η ιδιωτικοποίησή της: χειρότερο εργασιακό καθεστώς και απολύσεις.

Έτσι οι πρόσφατες συγκρούσεις των ιθαγενών αγροτών με το στρατό συνδέθηκαν με τις απεργίες των δασκάλων, των εργατών στις μεταφορές, των μεταλλορύχων στην περιοχή του Potosi, καθώς και με τις αντιπολεμικές διαδηλώσεις ενάντια στους βομβαρδισμούς του Αφγανιστάν από τις ΗΠΑ, κλιμακώνοντας την ένταση σε όλη την έκταση της χώρας.

1