αρχική σελίδα

francais

 

 

Είμαστε οι πρώτες σταγόνες μιας καταιγίδας που έρχεται

 

 

Κρίση, ολοκληρωτισμός,

κοινωνικοί και ταξικοί αγώνες στην Ελλάδα

 

 

Συνέντευξη με συντρόφους και συντρόφισσες

από την αναρχική συλλογικότητα Κύκλος της Φωτιάς

 

 

 

 

                                                             Προλογικό σημείωμα       

 

Η συνέντευξη που ακολουθεί επρόκειτο να δημοσιευτεί στην επιθεώρηση Maelstrom. Συγκεκριμένα, τον Φεβρουάριο του 2013, ένας σύντροφος από τη Γαλλία ήρθε στην Αθήνα και μας ζήτησε να του δώσουμε συνέντευξη για να δημοσιευτεί σε μια διεθνή επιθεώρηση για την κρίση η οποία θα κυκλοφορούσε σε διαφορετικές γλώσσες. Δεχθήκαμε αυτή την πρόταση με το σκεπτικό ότι θα αποτελούσε μια ακόμα ευκαιρία να καταγράψουμε στοιχεία της ανάλυσής μας για την κοινωνικο-πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα, να μοιραστούμε τις εμπειρίες των αγώνων που έχουν ξεσπάσει τα τελευταία χρόνια, καθώς και την εμπειρία της παρέμβασής μας σε αυτούς τους αγώνες ως αναρχικών. Κι αυτό, σε μια εποχή που η κρίση του κυρίαρχου πολιτικο-οικονομικού συστήματος εξαπλώνεται ραγδαία και τίποτα δεν πρέπει να θεωρείται μακρινό ή αδιανόητο από όσους αγωνίζονται σε χώρες όπου εξακολουθεί ακόμα να επικρατεί η εικόνα μιας επίπλαστης κοινωνικής σταθερότητας.

Δυστυχώς, μια σειρά από ανεπίτρεπτες παρεμβάσεις στο πολιτικό περιεχόμενο της συνέντευξης και οι παλινωδίες των εκδοτών της μας υποχρέωσαν να αρνηθούμε τη δημοσίευσή της στην εν λόγω επιθεώρηση. Παρεμβάσεις που το επίμαχο σημείο τους ήταν η ερώτηση που μας τέθηκε σχετικά με το αν είμαστε «κοινωνικοί αναρχικοί» και η άρνηση αυτού του όρου από μέρους μας, αφού ο πολύμορφος αγώνας για την καταστροφή του κράτους και του κεφάλαιου και για τη δημιουργία ενός κόσμου απαλλαγμένου από τα δεσμά της καταπίεσης και της εκμετάλλευσης απευθύνεται εξ ορισμού στην κοινωνία και γεννιέται μέσα σε αυτήν, τις διαιρέσεις και τις αντιθέσεις που την διαπερνούν. Ο κοινωνικός χαρακτήρας της αναρχίας είναι αυτονόητος και η αναφορά του δεν συνιστά τίποτα περισσότερο από έναν εμφατικό πλεονασμό. Τελευταίως όμως, η εμμονή ορισμένων σε αυτόν τον πλεονασμό γίνεται από σκοπού ή από σύγχυση για να εννοηθεί ότι εκτός από τους «κοινωνικούς αναρχικούς» υπάρχουν και κάποιοι άλλοι, «αντικοινωνικοί»! Ωστόσο τα περί «αντικοινωνικής αναρχίας» αποτελούν ένα σχήμα οξύμωρο που απονοηματοδοτεί την ίδια την αναρχία, την ιστορικότητα, το όραμα και τα προτάγματά της. Αντικοινωνική αναρχία δεν υπάρχει, αντικοινωνικά είναι το Κράτος και τα αφεντικά!

Είναι δε πραγματικά αξιοπερίεργο πώς ο ίδιος που μας έθεσε την ερώτηση περί «κοινωνικών αναρχικών» στην πορεία, αφού επιχείρησε πρώτα να αλλοιώσει την απάντηση που του δώσαμε, κατέληξε να την εξαφανίσει τελείως. Κι αυτό όχι μόνο από τη μετάφραση της συνέντευξης που είχαμε κάνει εμείς οι ίδιοι στα γαλλικά, αλλά και από τη μετάφρασή της από τα γαλλικά στα ισπανικά που επρόκειτο να μπει στην ισπανική έκδοση της επιθεώρησης.

Ακόμα πιο αξιοπερίεργο είναι το ότι, μετά την άρνησή μας να δημοσιευτεί αλλοιωμένη η συνέντευξη, το συγκεκριμένο άτομο μας απευθύνθηκε άμεσα μαζί με φίλους του ζητώντας τη δημοσίευσή της χωρίς (τις δικές του) παρεμβάσεις, αλλά όταν εμείς απαιτήσαμε η γαλλική μετάφραση να ταυτίζεται με την ισπανική και να έχουμε τον αναγκαίο χρόνο να τις αντιπαραβάλλουμε πριν την ισπανική έκδοση, λάβαμε την απάντηση, μέσω ενός ανώνυμου κειμένου που συνέταξαν, όπως γράφει, «φίλοι» του «σε συνεννόηση με ισπανούς συντρόφους» ότι η ισπανική έκδοση επείγει και δεν υπάρχει χρόνος για κάτι τέτοιο, αλλά η δημοσίευση μπορεί να γίνει στο επόμενο τεύχος!

Απ΄ ότι φαίνεται υπήρχε όλος ο χρόνος για να αλλοιωθεί το κείμενό μας ώστε να δημοσιευτεί ακρωτηριασμένο αλλά δεν υπήρχε ούτε ο ελάχιστος χρόνος για να εκδοθεί αποκατεστημένο στην αρχική του μορφή! Και τι να πει κανείς για το γεγονός ότι απευθύνονταν στη συλλογικότητα μας κάποιοι που δεν είχαμε ιδέα ποιοί είναι αυτοί, μιας και δεν υπέγραφαν καν και δεν είχαν ούτε διεύθυνση! Και μας απευθύνονταν αυτοί οι άγνωστοι ανώνυμοι μιλώντας μας για κάποιο επόμενο τεύχος, μέσω ενός ατόμου το οποίο όταν ζήτησε τη συνέντευξη μάς είχε ενημερώσει ότι η επιθεώρηση θα είχε ένα και μοναδικό τεύχος!

Τέλος πάντων μετά από όλες αυτές τις κωμικοτραγικές παλινωδίες, αρνηθήκαμε κάθε περίπτωση δημοσίευσης του κειμένου στη γαλλική και σε οποιαδήποτε τυχόν επόμενη έκδοση της επιθεώρησης και διακόψαμε κάθε σχέση με το συγκεκριμένο άτομο που μας ζήτησε τη συνέντευξη, επιχείρησε την αλλοίωσή της και την πηγαινοέφερνε τελικά στις άγνωστες σε μας παρέες του. Δυστυχώς εκεί που απουσιάζουν οι συλλογικές διαδικασίες και η αποδοχή ακόμη και των στοιχειωδών αρχών και κανόνων πολιτικής λειτουργίας (όπως ότι δεν επεμβαίνουμε στα κείμενα που υπογράφουν άλλοι, σεβόμαστε τις πολιτικές συμφωνίες μαζί τους και δεν κρυβόμαστε πίσω από άγνωστους τρίτους), τα πάντα καταλήγουν να εξαρτώνται από το χαρακτήρα και το πολιτικό ήθος των ατόμων που αναλαμβάνουν το ρόλο του ενδιάμεσου, έναν ρόλο που εξ αντικειμένου είναι εύκολο να οδηγηθεί σε κάθε είδους αυτοσχεδιασμούς της στιγμής εξυπηρετώντας προσωπικές και παρεΐστικες σκοπιμότητες.

Είναι αλήθεια ότι θα έπρεπε να είμαστε περισσότερο προσεκτικοί και λιγότερο δεκτικοί με ορισμένα άτομα που μας προσέγγισαν κατά καιρούς εμφανιζόμενοι ως σύντροφοι. Πήραμε στα σοβαρά πρόσωπα και καταστάσεις που στην πορεία καταλάβαμε ότι στερούνταν στοιχειώδους πολιτικής αξιοπιστίας, και μπήκαμε στον κόπο να απαντήσουμε στις ερωτήσεις που μας τέθηκαν υπό μορφή συνέντευξης, αφιερώνοντας χρόνο στην επιμέλεια του κειμένου και τη μετάφρασή του στα γαλλικά. Ωστόσο θεωρούμε πως το περιεχόμενό αυτής της συνέντευξης που έδωσαν μερικοί σύντροφοί μας ανοίγει πολιτικά ζητήματα που αποτελούν ευκαιρία στοχασμού και συζήτησης όσων αγωνίζονται ενάντια στον κρατικό ολοκληρωτισμό και την καπιταλιστική βαρβαρότητα.

Γι αυτό κι από τη στιγμή που αντιληφθήκαμε σε τι χέρια είχε περιπέσει το κείμενό της συνέντευξης αρχίσαμε να σκεφτόμαστε στη συνέλευσή μας ότι θα ήταν προτιμότερο να προχωρήσουμε στην αυτοτελή δημοσίευσή του χωρίς τη διαμεσολάβηση όσων νόμιζαν ότι μπορούσαν να το χρησιμοποιήσουν λεηλατώντας το, αλλοιώνοντάς το και περιφέροντάς το κατά βούληση. Πράγμα που χάρη στις ατελείωτες παλινωδίες τους αποδείχτηκε τελικά σωστό πέραν κάθε αμφιβολίας.

 

Η συνέντευξη δόθηκε στην αναρχική κατάληψη της Λέλας Καραγιάννη 37 στην Αθήνα στις αρχές Φλεβάρη του 2013, λίγες μέρες μετά την βίαιη εισβολή των ειδικών δυνάμεων της αστυνομίας και την επανακατάληψη του κτιρίου από καταληψίες και αλληλέγγυους, γεγονός που είχε σηματοδοτήσει την εποχή εκείνη την προσωρινή αναστολή της επίθεσης του κράτους στις καταλήψεις και τους αυτοοργανωμένους χώρους αγώνα. Επίθεση που ανανεώθηκε με νέες εισβολές, συλλήψεις και εκκενώσεις καταλήψεων μετά από λίγους μήνες και αναμένεται η συνέχειά της.

Μολονότι έχει περάσει ένας και πλέον χρόνος από τότε που δόθηκε η συνέντευξη και έχουν μεσολαβήσει σημαντικά γεγονότα, δεν θελήσαμε να επέμβουμε στο περιεχόμενό της το οποίο αντανακλά μεν το πνεύμα της εποχής, θέτει όμως ζητήματα που παραμένουν πάντα επίκαιρα.  

 

 

Αναρχική συλλογικότητα  Κύκλος της φωτιάς

Αθήνα, Μάης 2014

 

 

 

 

 ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

 


 

- Πότε δημιουργήθηκε η συλλογικότητα "Κύκλος της φωτιάς" και σε ποια πεδία παρεμβαίνει;

 

Σ: - Η αναρχική πολιτική συλλογικότητα Κύκλος της φωτιάς στεγάζεται στην κατάληψη της Λέλας Καραγιάννη, την πιο παλιά κατάληψη στην Ελλάδα που χρονολογείται από το 1988, Η ιστορία της συλλογικότητας είναι συνυφασμένη με την ιστορία της κατάληψης. Ο «Κύκλος της φωτιάς» δημιουργήθηκε το 2006, αλλά αποτελεί μετεξέλιξη προϋπαρχουσών συλλογικοτήτων. Της αναρχικής συλλογικότητας που υπήρχε ήδη στην κατάληψη στη συνάντησή της με συντρόφους από την τότε Ανοιχτή Συνέλευση Αναρχικών/Αντιεξουσιαστών. Το όνομα Κύκλος της φωτιάς το πήρε από το ομώνυμο περιοδικό που εξέδιδε η συλλογικότητα Κύκλος Αναρχικών στα τέλη της δεκαετίας του 1990.

 

Κ: - Ο πυρήνας της πολιτικής σκέψης της ομάδας χρονολογείται από πολύ παλιά και η σημερινή συλλογικότητα αποτελείται από συντρόφους που έχουν μπει σε αυτήν μέσα από αγώνες και συλλογικές διαδικασίες όπου έχει συμμετάσχει ο κόσμος ο οποίος βρίσκεται στην κατάληψη της Καραγιάννη εδώ και αρκετά χρόνια.

 

- Γιατί την ορίζετε ως αναρχική πολιτική συλλογικότητα; Μια αναρχική συλλογικότητα δεν είναι εκ των πραγμάτων πολιτική;

 

Σ: - Όχι. Υπάρχουν και αντι-πολιτικές αντιλήψεις οι οποίες δεν αναφέρονται στην αναρχία με όρους κινήματος. Αντίθετα, εμείς -όπως και άλλοι σύντροφοι- υποστηρίζουμε την αναγκαιότητα ύπαρξης ενός όσο το δυνατόν πιο ισχυρού αναρχικού κινήματος. Ενός κινήματος, το οποίο μπορεί να αλληλεπιδρά, να εμπνέει, να εμπνέεται και να αντλεί από τους κοινωνικούς και ταξικούς αγώνες, ενώ παράλληλα διατηρεί μια διακριτή πολιτική υπόσταση και δεν επιλέγει να αυτοδιαλυθεί μέσα στο κοινωνικό.

 

- Πρόκειται εδώ για αυτό που αποκαλούμε " κοινωνικό αναρχισμό";

 

Σ: - Όχι, δεν αποδεχόμαστε τον όρο «κοινωνικός αναρχισμός» γιατί θεωρούμε ότι η αναρχία απευθύνεται εκ των πραγμάτων στην κοινωνία.

 

Κ: - Εμείς μιλάμε για κοινωνική επανάσταση. Ο όρος «κοινωνικοί αναρχικοί» δεν είναι δικός μας. Είναι των ατομικιστών στην προσπάθειά τους να διαχωριστούν από εμάς.

Τώρα, επιστρέφοντας στην παρουσίαση της συλλογικότητας, καλό θα ήταν να πούμε ποια μέτωπα ανοίγουμε, σε ποια συμμετέχουμε, σε ποια ρίχνουμε δυνάμεις και ποια παλεύουμε γιατί αυτό έχει πολύ μεγάλη σχέση με την ιστορία των ανθρώπων που αποτελούν αυτή την ομάδα, καθώς υπάρχει μεγάλη εμπειρία των αγώνων του παρελθόντος από συντρόφους της συλλογικότητας. Πολλά από τα ζητήματα με τα οποία καταπιανόμαστε εμείς σήμερα έχουν ανοίξει από παλιά, αλλά βέβαια όχι με τέτοια ένταση όπως σήμερα.

 Υπάρχει καταρχήν το ζήτημα το αντιφασιστικό. Το ζήτημα των ταξικών αντιστάσεων και της ενίσχυση δομών, όπως τα σωματεία βάσης. Η παρέμβαση σε επίπεδο γειτονιάς και η συμβολή στη συγκρότηση και την ενίσχυση τοπικών συνελεύσεων, όπως είναι η Συνέλευση Αντίστασης Αλληλεγγύης Κυψέλης-Πατησίων.

Υπάρχει επίσης το ζήτημα της λεηλασίας της φύσης και η συνεργασία και με άλλους συντρόφους σε διάφορα μέτωπα που έχουν να κάνουν με αυτό το ζήτημα όπως εκείνο της Πάρνηθας[1], το μέτωπο του αγώνα ενάντια στην εκτροπή και τα φράγματα του ποταμού Αχελώου[2]  και εκείνο του αγώνα των κατοίκων της ΒΑ Χαλκιδικής ενάντια στην εγκατάσταση μεταλλείων χρυσού[3].

Η δραστηριοποίηση γύρω από αυτοοργανωμένες δομές, όπως είναι η κατάληψη, και η υπεράσπισή τους στα πλαίσια του ευρύτερου αναρχικού και αντιεξουσιαστικού αγώνα, ειδικά από την εξέγερση του Δεκέμβρη του 2008 και έπειτα, περίοδο κατά την οποία  βρίσκονται στην αιχμή της κατασταλτικής επίθεσης του κράτους.

 

Σ: - Πριν από 2-3 βδομάδες, έγινε εισβολή ειδικών δυνάμεων της αστυνομίας[4] εδώ, στην κατάληψη της Λέλας Καραγιάννη 37, μετά την εκκένωση δυο άλλων καταλήψεων, της Villa Amalias και της Σκαραμαγκά. Και αμέσως μετά ανακαταλάβαμε το κτίριο, γι αυτό άλλωστε μιλάμε αυτή τη στιγμή εδώ.

 

Κ: - Υπάρχουν κι άλλα πεδία στα οποία σύντροφοι από τη συλλογικότητά μας εμπλέκονται, όπως είναι το πεδίο της τέχνης, της αυτοοργανωμένης καλλιτεχνικής έκφρασης, Επίσης υπάρχει το ζήτημα της αλληλεγγύης στον αγώνα των ζαπατίστας.

 

Σ: - Η συγκεκριμένη κατάληψη είναι αναρχική κατάληψη, Είμαστε αναρχικοί και καταληψίες. Για μας, η κατάληψη αποτελεί μέσο του ευρύτερου αγώνα μας ως αναρχικών, όχι αυτοσκοπό. Γιατί υπάρχει και μια άλλη αντίληψη των καταλήψεων, εντελώς αυτοαναφορική.

 

Κ: - Καθημερινά συμμετέχουμε σε αγωνιστικές κινήσεις, όπως για παράδειγμα κινήσεις αλληλεγγύης σε διωκόμενους αγωνιστές, κινήσεις αλληλεγγύης σε μετανάστες, είτε είναι αποτέλεσμα δικών μας πρωτοβουλιών είτε πρωτοβουλιών άλλων συντρόφων τις οποίες στηρίζουμε. Είμαστε μια συλλογικότητα που έχει μια ανάλυση πάνω στην πραγματικότητα, μια θεωρητική επεξεργασία των κοινωνικών ζητημάτων, ταυτόχρονα όμως είμαστε μια ακτιβίστικη ομάδα που συνεχώς παρεμβαίνει στο κοινωνικό πεδίο.

 

- Πώς αντιλαμβάνεστε τον όρο «κρίση»;

 

Σ: - Tο ζήτημα της κρίσης είναι τεράστιο. Οι απαντήσεις μας είναι μεν αποτέλεσμα της συλλογικής συζήτησης και της ζύμωσης πάνω σε αυτό, ωστόσο έχουν πάντα το χαρακτήρα της ατομικής προσέγγισης. Κι αυτό το λέω γιατί πρόκειται για κάτι που βρίσκεται σε εξέλιξη. Προκύπτει μέσα από την ίδια την πραγματικότητα και της ζωής και του αγώνα. Η συζήτηση για την κρίση είναι μια διαδικασία σε διαρκή εξέλιξη. Κατά τη γνώμη μου, η ίδια η χρήση της λέξης «κρίση» και ο προσδιορισμός της, δηλαδή για κρίση τίνος πράγματος μιλάμε, υποδηλώνει μια συγκεκριμένη πολιτική επιλογή για την ανάλυση της πραγματικότητας.

Είναι προφανές είναι ότι για τους εργαζόμενους, τους άνεργους, τους φτωχούς, τους αποκλεισμένους, την τάξη μας δηλαδή, κρίση σημαίνει απογείωση της έντασης του κοινωνικού και ταξικού πολέμου από την πλευρά των κυρίαρχων. Μιλάμε για τη συνολική κρίση ενός συστήματος που βρίσκεται σε σήψη και το οποίο επιχειρεί να καταλάβει κάθε πτυχή του κοινωνικού προκειμένου να συνεχίσει να αναπαράγει τον εαυτό του.

Η αντίληψη για την έκταση της κρίσης προϋποθέτει την αναγνώριση του κεφαλαίου ως κοινωνικής σχέσης κι όχι απλώς ως ενός οικονομικού μεγέθους. Η παραγωγή, η κατανάλωση, η κοινωνική ζωή, οι νοοτροπίες και οι αντιλήψεις για το υπάρχον απορρέουν από τον κυρίαρχο τρόπο οργάνωσης της κοινωνίας. Οι εκδηλώσεις της κρίσης αποτελούν προϊόν μιας κοινωνικής πραγματικότητας που βασίζεται στην επιβολή της κοινωνικής και ταξικής ανισότητας. Με αυτή την έννοια, η κρίση είναι πρώτα και κύρια κρίση των κοινωνικών και ταξικών σχέσεων που διαμορφώνονται από τον κόσμο του κράτους και του κεφάλαιου. Είναι δηλαδή το αποτέλεσμα των συνθηκών που επιβάλλονται από την πρωταρχική διάκριση μεταξύ διευθυντών και διευθυνόμενων, εκμεταλλευτών και εκμεταλλευόμενων.

 Αυτή η συνολική κρίση εκφράζεται σε κάθε πεδίο της κοινωνικής δραστηριότητας, δηλαδή στο οικονομικό πεδίο, στο πολιτικό, στο ζήτημα της φύσης και του φυσικού περιβάλλοντος, στο ζήτημα της κοινωνικής ιδεολογίας, της κοινωνικής ηθικής, αξιακά δηλαδή, στο πεδίο των ιδεών και των αξιών. Εκφράζεται τόσο τοπικά όσο και διεθνώς.

Mια από τις σημασίες της λέξης κρίση είναι η οξεία εμφάνιση συμπτώματος μιας νόσου. Στην κοινωνική και πολιτική ορολογία, αυτό που υποδηλώνει η χρήση αυτής της λέξης είναι στην πραγματικότητα την οξεία εμφάνιση της αντίφασης που διέπει τον κόσμο του κράτους και του κεφαλαίου, εκείνης ανάμεσα στις πραγματικές κοινωνικές δυνατότητες και την πραγματικότητα έτσι όπως αυτή διαμορφώνεται από την επιβολή της κοινωνικής και ταξικής ανισότητας.

Σε θεωρητικό επίπεδο, οι μαρξιστές επικεντρώνουν κυρίως στο χάσμα που προκύπτει εξαιτίας της ατομικής ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής και στους περιορισμούς που αυτή θέτει στην αξιοποίηση των πραγματικών κοινωνικών παραγωγικών δυνατοτήτων. Από την πλευρά μου θεωρώ ότι αυτό αποτελεί μέρος της συνολικής αντίφασης και μάλιστα σημαντικό μέρος της. Ωστόσο δεν παραγνωρίζω τη σημασία μιας σειράς από περιορισμούς οι οποίοι δεν αφορούν μόνο την κυριαρχία της αστικής τάξης πάνω στο προλεταριάτο, αλλά και μια σειρά από εξουσιαστικές σχέσεις οι οποίες αφορούν για παράδειγμα τους έμφυλους διαχωρισμούς, τους φυλετικούς, διαχωρισμούς που έχουν να κάνουν με την ίδια την οργάνωση της κοινωνίας από το κράτος, τον διαχωρισμό δηλαδή που αφορά τελικά, για να το πούμε πιο απλά, τη διάκριση ανάμεσα σε κυρίαρχους και κυριαρχούμενους. Σε κάθε περίπτωση, αυτή η διάκριση εμποδίζει την κοινωνική απελευθέρωση και το ξεδίπλωμα των πραγματικών κοινωνικών δυνατοτήτων.

 

Α: - Οι μαρξιστές -τουλάχιστον οι παραδοσιακοί- επικεντρώνουν στο οικονομικό επίπεδο και πιο συγκεκριμένα στην αντίφαση μεταξύ παραγωγικών δυνάμεων και παραγωγικών σχέσεων, μια αντίφαση την οποία θεωρούν κυρίαρχη και προσεγγίζουν την επίλυσή της νομοτελειακά, θεωρούν δηλαδή ούτε λίγο ούτε πολύ ότι κάποια στιγμή θα οξυνθεί τόσο πολύ που η επίλυσή της είναι αναπόφευκτη. Σε ένα τέτοιο σχήμα, δεν είναι ο αγώνας των εργαζόμενων, των άνεργων, των γυναικών, των μεταναστών που παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στην κατεύθυνση της κοινωνικής απελευθέρωσης, αλλά πρόκειται για τις αναπόφευκτες αντιδράσεις των καταπιεσμένων, αντιδράσεις που υπακούουν στους «νόμους» αυτής της αντίφασης.

Αντίθετα, για μας ως αναρχικούς, έχει ιδιαίτερη σημασία η κοινωνική δυναμική που αναπτύσσεται όταν οι καταπιεσμένοι υπερβαίνουν τους προκαθορισμένους ρόλους που τους έχουν επιβληθεί από το καθεστώς και αναπτύσσουν έναν πλούτο συλλογικών αντιστάσεων, αγώνων και εξεγέρσεων, ενδεικτικό της δυνατότητάς τους να ανατρέψουν το κράτος και το κεφάλαιο. Και αυτή η υπέρβαση μπορεί πιο εύκολα να επιτευχθεί και να γενικευτεί σε καιρούς κρίσης, καθώς είναι τότε που όλο και περισσότεροι άνθρωποι χάνουν την εμπιστοσύνη τους στους θεσμούς και είναι πιο ανοιχτοί στα προτάγματα της αυτοοργάνωσης, της αντίστασης και της αλληλεγγύης, αρκεί βέβαια να συναντηθούν με εκείνες τις πολιτικές δυνάμεις που προωθούν στην πράξη αυτά τα προτάγματα.

Για μας, η κρίση είναι κρίση του συστήματος στο σύνολό του και οι διαφορετικές διαστάσεις της (οικονομική, πολιτική, περιβαλλοντική, αξιακή) το αποτέλεσμα της οξυμμένης αντίφασης του υπάρχοντος συστήματος κοινωνικής οργάνωσης. Πρόκειται για την αντίφαση μεταξύ των πραγματικών κοινωνικών αναγκών και των κοινωνικών και ταξικών σχέσεων που επιβάλλουν τον ακρωτηριασμό και την αδυναμία κάλυψής τους. Γι αυτό άλλωστε και η κρίση, τουλάχιστον στην Ελλάδα, εμφανίζεται πάνω από όλα ως κρίση νομιμοποίησης του συστήματος αναγκάζοντας το κράτος να ανασυνταχθεί και να θωρακιστεί προκειμένου να την αντιμετωπίσει.

 

Κ: - Δεν είναι τυχαίο το ότι έχει ανατραπεί το μοντέλο αναπαραγωγής του πολιτικού καθεστώτος το οποίο ίσχυε για μια περίοδο σχεδόν σαράντα χρόνων, από την πτώση της δικτατορίας και έπειτα, κι ότι έχουμε μπει σε μια φάση διαρκών ανακατατάξεων και συντήρησης του καθεστώτος με πολύ πρόσκαιρες πολιτικές συμμαχίες. Το καθεστώς χρησιμοποιεί όλες τις εφεδρείες του.

 

Σ: - Υπάρχει ένας βασικός όρος ο οποίος χρησιμοποιείται για να αποτυπώσει τη σημερινή πραγματικότητα και λέγεται σύγχρονος ολοκληρωτισμός. Για μας, σημαίνει την κινητοποίηση κάθε μηχανισμού της κυριαρχίας, είτε επίσημου όπως είναι ο δικαστικός και αστυνομικός μηχανισμός, είτε ανεπίσημου όπως είναι οι φασιστικές ομάδες, είτε του μηχανισμού των ΜΜΕ τα οποία αναπαράγουν την προπαγάνδα του καθεστώτος και συμβάλλουν στη διάχυση του κοινωνικού κανιβαλισμού. Στη συνολική του κρίση δηλαδή το καθεστώς απαντά με μια συνολική επίθεση. Κι αυτό αποκαλούμε σύγχρονο ολοκληρωτισμό.

 

- Πριν προχωρήσουμε παρακάτω, μπορείτε να μας εξηγήσετε τι εννοείτε με τον όρο "κοινωνικός κανιβαλισμός";

 

Κ: - Σε γενικές γραμμές, πρόκειται για την προσπάθεια της πολιτικής και οικονομικής ελίτ του καθεστώτος να στρέψει την κοινωνική οργή στο εσωτερικό της ίδιας της κοινωνίας.

 

Σ: - Να μετατρέψει δηλαδή έναν πόλεμο των τάξεων σε έναν ενδοταξικό πόλεμο ανάμεσα στους φτωχούς.

 

K: - Κι αυτή η προσπάθεια έχει συγκεκριμένα αποτελέσματα, όπως είναι αυτό που λέμε «κοινωνικός αυτοματισμός», δηλαδή το να στρέφει τον ένα κλάδο εργαζομένων ενάντια στον άλλο ούτως ώστε να εξουδετερωθούν οι αντιστάσεις. Έχει να κάνει με την αναβάθμιση του φασιστικού φαινομένου, την πριμοδότησή του στο να χτυπήσουν τους μετανάστες ως το πιο αδύναμο κομμάτι της εργατικής τάξης καθώς επίσης και τους αγωνιστές. Κι ένα τρίτο σημείο είναι η όξυνση των συνθηκών εκμετάλλευσης σε βαθμό εξαθλίωσης ενός κομματιού της κοινωνίας με αποτέλεσμα να εμφανίζονται στο εσωτερικό του φαινόμενα αντικοινωνικής βίας, να στρέφονται δηλαδή οι αδύναμοι ενάντια στους πιο αδύναμους, εσωτερικεύοντας την εξουσιαστική κοινωνική ιεραρχία και αναπαράγοντας τη λογική κοινωνικού δαρβινισμού του συστήματος.

 

Σ: - Η ιδεολογική βάση αυτής της συνθήκης έγκειται εδώ και χρόνια στο ζήτημα της εξατομίκευσης, στο σπάσιμο της συλλογικότητας των από τα κάτω. Αυτή τη συνθήκη έχουν καλλιεργήσει. Τώρα που κάθε μορφή επίθεσης του καθεστώτος οξύνεται, είτε είναι ιδεολογική, είτε είναι υλική, οξύνεται και αυτή η συνθήκη παίρνοντας τη μορφή του κοινωνικού κανιβαλισμού. Πλέον δηλαδή, η εξατομικευμένη ύπαρξη κοιτάει πώς θα πατήσει πάνω στο διπλανό της, αφού έχει μπολιαστεί με την ιδέα του ανταγωνισμού. Το πρόταγμα του ανταγωνισμού με στόχο την κοινωνική ανέλιξη παίρνει πλέον τη μορφή του κοινωνικού κανιβαλισμού αφού το ζητούμενο είναι η επιβίωση.

Επανερχόμενος τώρα στο ευρύτερο ζήτημα του σύγχρονου ολοκληρωτισμού, θέλω να πω ότι υπάρχει μια σειρά πραγμάτων που είναι ολοφάνερη παρόλο που η σύνδεσή της δεν είναι πάντα απλή, γιατί η επίθεση του κράτους βρίσκεται σε εξέλιξη. Για παράδειγμα, αυξάνεται η φτώχεια, αυξάνεται το χάσμα πλουσίων-φτωχών, αυξάνεται ο όγκος των κατασταλτικών δυνάμεων και οι δυνατότητές τους. Αυστηροποιείται το νομικό πλαίσιο (αντιτρομοκρατικοί, DNA κλπ.), περνούν σε αχρηστία διάφοροι συνταγματικοί και νομικοί περιορισμοί που υπήρχαν, μειώνονται οι μισθοί, υπάρχει υποτίμηση της εργατικής δύναμης, απολύσεις. Ανεβαίνει η ακροδεξιά κι ο φασισμός, τα ΜΜΕ παίζουν έναν ιδιαίτερο ρόλο, διαρκώς αναμεταδίδεται η προπαγάνδα του καθεστώτος. Όλο αυτό το πράγμα είναι που στην πραγματικότητα αποκαλούμε σύγχρονο ολοκληρωτισμό. Δηλαδή ταυτόχρονα φτώχεια, εξαθλίωση, καταστολή, όλα αυτά μαζί διαμορφώνουν, προσπαθούν να διαμορφώσουν μια νέα κοινωνία. Αυτός είναι ο στόχος,

 

Κ: - Σταδιακά, βήμα-βήμα, τίθεται εκτός νόμου κάθε μορφή αντίστασης. Βρισκόμαστε ήδη σε μια εποχή ενός καθεστώτος μόνιμης έκτακτης ανάγκης.

 

Σ: - Το καθεστώς αχρηστεύει τους όποιους νομικούς και συνταγματικούς περιορισμούς της κίνησής του, περιορισμούς που είναι στην πραγματικότητα αποτέλεσμα της υπαναχώρησης του κράτους απέναντι στους κοινωνικούς και ταξικούς αγώνες στην Ελλάδα σε μια προηγούμενη περίοδο που φτάνει μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 70. Μέσα από αυτούς τους αγώνες, τους οποίους το κράτος αντιμετώπισε τόσο με την καταστολή όσο και με την αφομοίωση, είχαν κατακτηθεί κάποια πράγματα τα οποία τώρα καταργούνται.

 

Κ: - Βασικά ιδεολογήματα για την προώθηση αυτής της συνθήκης είναι εκείνο του εθνικού συμφέροντος, της σωτηρίας της χώρας, που εμφανίζεται ως μονόδρομος. Και το δεύτερο ιδεολόγημα είναι ο πόλεμος των άκρων και η υπεράσπιση της νομιμότητας. Επιχειρείται, μέσω της συκοφάντησης, η διαστρέβλωση των χαρακτηριστικών των κοινωνικών και ταξικών αγώνων στο όνομα της «υπεράσπισης» της αστικής δημοκρατίας από τα «άκρα». Αυτός είναι και ένας από τους τρόπους αξιοποίησης των φασιστών από το καθεστώς. Ότι εξισώνεται ο κόσμος του αγώνα και οι φασιστικές συμμορίες ως εξτρεμιστικές ομάδες. Με αυτό τον τρόπο, το κράτος εμφανίζεται ως διαιτητής μεταξύ ων άκρων, ως προστάτης της κοινωνίας και ως εγγυητής της νομιμότητας. Μιας νομιμότητας που συνεχώς αλλάζει με πολύ γοργά βήματα στην κατεύθυνση της φασιστικοποίησης του κράτους.

 

Σ: - Σε σχέση με την προπαγάνδα περί άκρων, θέλω να πω ότι στην πραγματικότητα υπάρχουν δυο αντιμαχόμενοι κόσμοι, δεν υπάρχουν δυο άκρα. Υπάρχει από τη μια, το κράτος κι ο καπιταλισμός που βρίσκονται σε αγαστή συνεργασία με τους φασίστες για την υπεράσπιση του καθεστώτος, ανεξαρτήτως της μορφής πολιτικής διαχείρισής του. Ένα βασικό και κοινό στοιχείο που τους συνέχει είναι η αντιπαράθεση με όσους αγωνίζονται. Τα τελευταία χρόνια έχουμε εναλλάξ πότε δολοφονικές φασιστικές επιθέσεις σε ανθρώπους και σε χώρους του αγώνα και πότε αστυνομικές εισβολές σε χώρους αγώνα, πολύ σκληρές κατασταλτικές επιθέσεις σε μπλοκ διαδηλωτών, βασανιστήρια, συλλήψεις και προφυλακίσεις. Έτσι, ένας σύντροφος, μέλος της Συνέλευσης Αντίστασης και Αλληλεγγύης Κυψέλης Πατησίων παραλίγο να χάσει τη ζωή του μετά από δολοφονική επίθεση των μπάτσων στη διάρκεια μιας απεργιακής διαδήλωσης.

Ένα άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι βασανισμοί των συντρόφων που συνελήφθησαν στις 30 Σεπτεμβρίου του 2012, όταν μια αντιφασιστική μοτοπορεία αντιμετώπισε στο δρόμο και με επιτυχία φασίστες οι οποίοι έκαναν πογκρόμ ενάντια σε μετανάστες. Τότε επενέβησαν οι κατασταλτικές δυνάμεις, συνέλαβαν αντιφασίστες, τους βασάνισαν στη ΓΑΔΑ και τους αποδόθηκαν κακουργηματικές κατηγορίες. Κι αυτό δεν είναι ένα μεμονωμένο φαινόμενο, είναι μέρος μιας γενικευμένης κατασταλτικής επίθεσης όπου συνελεύσεις γειτονιάς χτυπιούνται όταν κατεβαίνουν σα μπλοκ στο δρόμο, οι φωτογραφίες συλληφθέντων από την αστυνομία προβάλλονται στα ΜΜΕ κλπ.

Κι όλα αυτά πάνε μαζί με τα χτυπήματα απεργιών. Χαρακτηριστική είναι η κατασταλτική επέμβαση-εισβολή στο κατειλημμένο εργοστάσιο της Χαλυβουργίας[5] όπου οι εργάτες απεργούσαν επί σχεδόν 9 μήνες και το οποίο είχε χαρακτηριστεί από το κράτος ως "εστία ανομίας"[6]. Η κατασταλτική επίθεση ενάντια σε απεργούς καθαριστές στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης. Η πρόσφατη επιστράτευση των απεργών του μετρό και η επέμβαση ΜΑΤ και ΕΚΑΜ στο κατειλημμένο από τους απεργούς αμαξοστάσιο. Όλα αυτά συνοδεύονται και από μια ρητορική η οποία παίρνει πολλές φορές χαρακτήρα εμφυλιοπολεμικό, Από την ίδια την κυβέρνηση.

 Εδώ πρέπει να πούμε ότι υπάρχει μια μακρά παράδοση σημαντικών κοινωνικών και ταξικών αγώνων, πολύ μαζικών και εμβληματικών, από τη μια πλευρά· και από την άλλη, υπάρχει μια μακρά παράδοση κρατικής βίας και καταστολής, μια παράδοση μορφών πολιτικής διαχείρισης που δεν είχαν καμιά σχέση με αυτό που αποκαλούμε αστική δημοκρατία, σε όλη την περίοδο από τον Εμφύλιο μέχρι την εγκαθίδρυση της στρατιωτικής δικτατορίας. Κι αυτό, από την πλευρά των κυρίαρχων χρησιμοποιείται ως απειλή. Για να το πούμε απλά, λένε στον κόσμο «καθίστε καλά, γιατί άμα δε σας αρέσει αυτή η κατάσταση που υπάρχει τώρα, με τη φτώχεια, τις απολύσεις κλπ., υπάρχει και η άλλη λύση». Η λύση μιας τυπικής ή άτυπης δικτατορίας.

 

- Δηλαδή το κράτος χρησιμοποιεί την απειλή του Εμφυλίου Πολέμου;

 

Σ: - Όχι δε χρησιμοποιεί την απειλή του Εμφυλίου Πολέμου, χρησιμοποιεί την απειλή της δικτατορίας ή μάλλον την απειλή της νίκης του σε έναν εμφύλιο πόλεμο.

Σχετικά με το ρόλο των φασιστών και του κράτους, να προσθέσουμε ότι δεν πρόκειται μόνο για την εναλλάξ χρησιμοποίηση των φασιστικών συμμοριών και των κατασταλτικών δυνάμεων ενάντια στους αντιστεκόμενους. Υπάρχει μερικές φορές ανοιχτή συνεργασία κατασταλτικών δυνάμεων-φασιστών, ιδίως σε ό,τι αφορά τις επιθέσεις σε μετανάστες, ίσως γιατί εκεί θεωρούν ότι είναι πιο νομιμοποιημένοι να το κάνουν.

Επειδή περιγράφουμε μια πολύ σκληρή πραγματικότητα, καλό είναι να διευκρινίσουμε ότι αυτή προκύπτει από το ότι το κράτος δεν έχει καταφέρει να εξουδετερώσει τις αντιστάσεις στην Ελλάδα και γι αυτό καταφεύγει σε όλες αυτές τις μορφές ωμής καταστολής. Δηλαδή δεν πρόκειται για το αποτέλεσμα της παντοδυναμίας του κράτους, αλλά της κρίσης κοινωνικής νομιμοποίησής του και γι αυτό επιτίθεται. Έχουν υπάρξει πολύ σημαντικοί αγώνες, εξεγέρσεις, μεγάλες και δυναμικές κινητοποιήσεις: η εξέγερση του Δεκέμβρη του 2008 που ήταν μια στιγμή εκδήλωσης μιας κοινωνικής δυναμικής απειλητικής για το καθεστώς και τις ισορροπίες του, καθώς επίσης και μια σειρά μαχητικών κινητοποιήσεων ενόψει της ψήφισης των μνημονίων.

Χαρακτηριστικό της πολιτικής αστάθειας που δημιουργήθηκε από την αδυναμία του συστήματος να αντλήσει κοινωνική συναίνεση είναι το ότι μέσα σε ένα πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, από τον Οκτώβρη του 2011 μέχρι τον Ιούνη του 2012 σχηματίστηκαν δυο διαφορετικές πολυκομματικές κυβερνήσεις. Αυτό συνέβη επειδή η κατάσταση ήταν έκρυθμη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η πορεία της 12 Φλεβάρη του 2012, ημέρα ψήφισης του δεύτερου μνημονίου, όπου 400.000 άνθρωποι κατέβηκαν στους δρόμους και η διάθεση για σύγκρουση με τις δυνάμεις της τάξης πήρε πλειοψηφικά χαρακτηριστικά. Εκείνη τη μέρα πραγματικά με δυσκολία κρατούσαν τον έλεγχο της πόλης, γιατί υπήρχαν πολλοί διαδηλωτές στους δρόμους, ένα μέρος τους συγκρουόταν με την αστυνομία κι ένα άλλο μέρος υποστήριζε τη σύγκρουση, δεν διαλυόταν, αλλά παρέμενε στο δρόμο εν μέσω συγκρούσεων. Αυτό δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία. Είχαν προηγηθεί μεγάλες, μαζικές και μαχητικές συγκεντρώσεις όπως εκείνη της 29 Ιούνη του 2011 που έγινε πριν την ψήφιση του μεσοπρόθεσμου προγράμματος.

Για να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή, στον απόηχο της εξέγερσης του Δεκέμβρη του 2008, πέφτει η τότε κυβέρνηση της ΝΔ με πρόωρες εκλογές που έγιναν τον Οκτώβρη του 2009. Τότε η κρίση στην Ελλάδα ήταν ακόμα υποβόσκουσα. Ένα κομμάτι του κόσμου που είχε βγει στους δρόμους το Δεκέμβρη βίωνε τις συνέπειές της ήδη, οι άνεργοι, οι ελαστικά εργαζόμενοι κλπ. Βέβαια η τότε κατάσταση δεν έχει καμιά σχέση με την ένταση και την έκταση της κρίσης όπως τη βιώνουμε σήμερα.

Το 2009 κερδίζει τις εκλογές με ισχυρή πλειοψηφία το ΠΑΣΟΚ, ένα κόμμα με παράδοση στην αφομοίωση των αγώνων. Ήταν μια επιλογή σημαντική από την πλευρά των αφεντικών, μια κυβέρνηση-κομάντο για να περάσει ό,τι δε θα μπορούσε να περάσει οποιαδήποτε άλλη κυβέρνηση θέτοντας τη χώρα υπό την κηδεμονία του ΔΝΤ, της ΕΕ και της ΕΚΤ. Όχι μόνο δεν άντεξαν για πολύ, αλλά σχεδόν αφανίστηκαν. Όχι μόνο δε μπόρεσαν να παίξουν το ρόλο του διαμεσολαβητή, αλλά κάποια στιγμή συρρικνώθηκαν σε τέτοιο βαθμό που να έχουν γίνει ένα μικρό κόμμα. Κι αυτό οφείλεται στο ότι υπήρχε μια διάχυτη κατάσταση στους δρόμους, διαδηλώσεις, επιθέσεις σε πολιτικούς της κυβέρνησης κλπ., μια κατάσταση διαρκούς όξυνσης και κινητοποίησης.

Και μετά την κρίση της κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ - κρίση που έφτασε σε τέτοιο σημείο ώστε ο τότε πρωθυπουργός να εξαγγέλλει δημοψήφισμα για την έγκριση ή όχι του δεύτερου μνημονίου και αμέσως μετά να οδηγείται σε παραίτηση- δοκίμασαν το Νοέμβρη του 2011 τη λύση της πρώτης τρικομματικής κυβέρνησης χωρίς να καταφύγουν σε εκλογές. Μιας κυβέρνησης που προβλήθηκε ως κυβέρνηση συναίνεσης και ήταν το αποτέλεσμα της συνεργασίας ΠΑΣΟΚ/ΝΔ/ΛΑΟΣ με επικεφαλής έναν τραπεζίτη, τον Παπαδήμο. Και αυτοί δεν κατάφεραν να παραμείνουν για πολύ ως πολιτικοί διαχειριστές, να αντλήσουν συναίνεση στην ψήφιση ολοένα και σκληρότερων μέτρων. Κι αυτό σε συνδυασμό με τη μαζική και μαχητική διαδήλωση της 12 Φλεβάρη του 2012 οδήγησε στη φθορά και αυτής της κυβέρνησης, αναγκάζοντας το καθεστώς να καταφύγει σε εκλογές.

Είναι σε αυτή την περίοδο που πριμοδοτείται η Χρυσή Αυγή, εντείνεται η ρητορική του κράτους περί «εστιών ανομίας», στοχοποιούνται ολοένα και περισσότερο οι μετανάστες.

 

Α : - Εννοείται ότι η κρίση του πολιτικού συστήματος, η αμφισβήτηση του κοινοβουλευτισμού, δεν οδηγεί από μόνη της στην κοινωνική απελευθέρωση, μπορεί να οδηγήσει και στο φασισμό. Και βέβαια για το καθεστώς είναι προτιμότερο να εκφράζεται η κρίση με τέτοιους όρους από το να οδηγεί στην όξυνση των κοινωνικών αγώνων.

 

Κατ: Γι’ αυτό και η πριμοδότηση της Χρυσής Αυγής από το «δημοκρατικό κράτος» είναι μέρος μιας στρατηγικής αντιεξέγερσης ή αντεπανάστασης, ιδίως μετά το Δεκέμβρη και σε συνθήκες κρίσης: Από τη μία χρησιμεύουν ως ομάδες κρούσης απέναντι στους αγωνιζόμενους, σε αναρχικούς, σε απεργούς, σε μετανάστες, με αλλεπάλληλες αιματηρές και δολοφονικές επιθέσεις που πραγματοποιούνται με τη συνεργασία ή τη συγκάλυψη της αστυνομίας, και από την άλλη για τη διαχείριση της κοινωνικής οργής, των αδιεξόδων και της απελπισίας με τρόπο που να στρέφεται απέναντι στους αδύναμους και όχι απέναντι στο κράτος και τα αφεντικά. Για να συστρατεύεται η κοινωνία με το κράτος, στην πιο ολοκληρωτική μάλιστα μορφή του. Αυτός είναι ο ιστορικός τους ρόλος.

 

Α : - Οι φασίστες είναι μια από τις εφεδρείες του συστήματος, ένα από τα μέσα που χρησιμοποιεί για να επιτίθεται ενάντια σε όσους αγωνίζονται και ως τέτοιοι είναι αναλώσιμοι, με την έννοια ότι αν η δράση τους είναι τέτοια που δεν είναι επιθυμητή από το κράτος, με την έννοια ότι μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα κοινωνικής νομιμοποίησης σε αυτό το τελευταίο, δε θα διστάσει να τους καταγγείλει, εξακολουθώντας πάντοτε να τους χρησιμοποιεί για να επιβάλει τον ολοκληρωτισμό του στην κοινωνία[7]

 

Σ : Από την άλλη, αναδεικνύεται μια νέα δύναμη στο χώρο της διαμεσολάβησης, ο ΣΥΡΙΖΑ που προσπαθεί να ελέγξει τα κινήματα, να τα αφομοιώσει, να τα εντάξει στο κυρίαρχο πολιτικό σκηνικό. Προσπαθεί να εξισορροπήσει μια κατάσταση η οποία δημιουργεί σοβαρές αναταράξεις στο πολιτικό σύστημα. Υπάρχει μια δύναμη στους δρόμους που είναι -ως ένα βαθμό- ανεξέλεγκτη και προσπαθούν να την αντιμετωπίσουν, είτε με την καταστολή, είτε με τη διάχυση αυταπατών περί μιας άλλης πολιτικής διαχείρισης βασισμένης στο πλαστό δίλημμα μνημόνιο ή αντιμνημόνιο. Με αυτό τον τρόπο αποκρύπτεται η αιτία της κρίσης που είναι η ίδια η ύπαρξη του κρατικού και καπιταλιστικού συστήματος και γίνεται λόγος για κρίση χρέους, για προσπάθεια διαγραφής ενός μέρους του, για μια διαφορετική προσέγγιση στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Στόχος είναι να οδηγηθεί σε ακίνδυνους για το σύστημα δρόμους η διάχυτη κοινωνική αμφισβήτηση.

Βέβαια, αυτό έχει να κάνει και με τον τρόπο οργάνωσης των από τα κάτω, τα όριά τους. Η αλήθεια είναι ότι όλοι αυτοί οι σημαντικοί αγώνες είχαν ένα όριο. Την απουσία οργάνωσης των μαζών που κατέβαιναν στους δρόμους σε ένα καθημερινό επίπεδο, κοινωνικό, ταξικό, πολιτικό. Έγιναν κάποια πολύ μεγάλα ξεσπάσματα ειδικά στις μέρες πριν την ψήφιση των μέτρων. Όμως όταν περνούσαν τα μέτρα, υπήρχε απογοήτευση. Και πάνω στο έδαφος αυτής της απογοήτευσης δούλεψε η σοσιαλδημοκρατία, ο ρεφορμισμός.

 

Κατ: Τα όρια αυτά δεν είναι στενά οργανωτικά. Αφορούν επίσης το κατά πόσο η διάχυτη αγανάκτηση συνοδεύεται και από ένα όραμα για το πώς η κοινωνία θα μπορούσε να ζήσει διαφορετικά, να ζήσει χωρίς κράτος και αφεντικά. Τη στιγμή δηλαδή της σύγκρουσης με τους πολιτικούς διαχειριστές, της απόρριψης των πολιτικών που επιβάλλονται, να μην εναποθέτει την τύχη της στον επόμενο «σωτήρα», αλλά να παίρνει τη ζωή στα χέρια της. Το πρόταγμα της κοινωνικής επανάστασης -που επιλέξαμε να συνοδεύει πάντα τα συνθήματά μας, τις αφίσες, τα πανό μας σε αυτές τις μαζικές κινητοποιήσεις- συμπυκνώνει τον σκοπό για τον οποίο αγωνιζόμαστε, αυτόν της καθολικής ανατροπής του κράτους και του καπιταλισμού, αλλά και τις αξίες με τις οποίες αγωνιζόμαστε, τα προτάγματά μας στο σήμερα για τη δημιουργία της κοινωνίας του αύριο: δηλαδή, και μέσα στις συνθήκες εξαθλίωσης που γεννά η κρίση, την αλληλοβοήθεια απέναντι στην παραίτηση και την εξατομίκευση, την αλληλεγγύη απέναντι στο ρατσισμό και τον κοινωνικό κανιβαλισμό, την αυτοοργάνωση των κοινωνικών αντιστάσεων αλλά και των κοινωνικών αναγκών απέναντι στην ανάθεση και τη διαμεσολάβηση.

Η νέα τρικομματική κυβέρνηση που προέκυψε από τις εκλογές του 2012 με επικεφαλής το κόμμα της ΝΔ είχε ως διακηρυγμένο στόχο την πάταξη κάθε αντίστασης και την επίθεση στα πληβειακά τμήματα της κοινωνίας. Αυτή η νέα φάση εγκαινιάστηκε με την εισβολή των ΜΑΤ στη Χαλυβουργία, ακολούθησε το απάνθρωπο αστυνομικό πογκρόμ των μεταναστών που ονομάστηκε «επιχείρηση Ξένιος Δίας» και ο εγκλεισμός τους σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, και οι εισβολές σε κατειλημμένους χώρους αγώνα.

 Όσον αφορά ειδικά την επίθεση στις καταλήψεις πρέπει να πούμε ότι είχε προαναγγελθεί ήδη λίγους μήνες μετά τον Δεκέμβρη του 2008, από τον τότε γενικό εισαγγελέα, μαρτυρώντας την αποφασιστικότητα του καθεστώτος να ξεριζώσει τους χώρους αγώνα που αποτελούν τα ορατά σημεία αναφοράς ενός κινήματος που έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην εξέγερση, ώστε να μην επαναληφθεί ποτέ κάτι τέτοιο, ιδίως μέσα στις εκρηκτικές συνθήκες της κρίσης. Τότε, το 2009 αυτή η επιχείρηση πάγωσε λόγω κινητοποιήσεων αλληλεγγύης για τις καταλήψεις, φυσικά μέσα στο ευρύτερο κλίμα κοινωνικής έντασης που υπήρχε λίγο μετά την εξέγερση. Τα επόμενα χρόνια, μέσα στο περιβάλλον της πολιτικής αστάθειας που περιγράψαμε, κάτι τέτοιο ήταν επίφοβο να επιχειρηθεί και αναβαλλόταν. Και σήμερα όμως, που το κράτος ίσως πίστευε ότι θα ξεμπέρδευε πιο εύκολα με αυτό το μέτωπο μέσα σε συνθήκες φαινομενικής κοινωνικής απάθειας, είδαμε ότι οι εκκενώσεις καταλήψεων και ο μαχητικός και πολύμορφος αγώνας αλληλεγγύης που ξέσπασε (με την ανακατάληψη της Villa Amalias, την κατάληψη των γραφείων της ΔΗΜΑΡ, την πορεία 10.000 αγωνιστών στην Αθήνα) έγιναν η αφορμή να ξαναβγεί στο προσκήνιο μία κοινωνική δυναμική, που φυσικά υπερβαίνει κατά πολύ το ζήτημα των καταλήψεων. Έτσι, και μετά την αποτυχημένη επιχείρηση εκκένωσης της Λέλας Καραγιάννη[8], αυτή η επίθεση ανακόπηκε προσωρινά.

Για μας πάντως το ζητούμενο, μέσα σε όλα αυτά, εξακολουθεί να είναι η ενίσχυση ενός κοινωνικού-ταξικού μετώπου σε όλα τα σημεία που εκδηλώνεται η επίθεση του κράτους και των αφεντικών, ώστε να μπορέσει όχι απλά να θέσει αναχώματα, αλλά να δημιουργήσει όρους αντεπίθεσης. Το πώς θα συναντηθούν σε διαδικασίες αγώνα και στους δρόμους όλοι όσοι πλήττονται από τη φτώχεια, την ανεργία, την εντατική εκμετάλλευση, την καταστολή και αγωνίζονται κατά τόπους, αλλά που το κράτος επιλέγει να χτυπήσει τον καθένα ξεχωριστά και ποντάρει στη συκοφάντηση και στην απομόνωσή τους ώστε να μείνουν κατακερματισμένοι, περιορισμένοι και τελικά ακίνδυνοι.

 

Σ: Μέχρι τώρα, στη ροή της κουβέντας φάνηκαν δυο ζητήματα που προκύπτουν από την ίδια την ανάγνωση της πραγματικότητας. Το ένα είναι η σημασία του πολιτικού, δηλαδή της παρουσίας των αναρχικών σε όλους αυτούς τους αγώνες, με αυτά δηλαδή τα πολιτικά χαρακτηριστικά, ως αναρχικών, γιατί κόντρα στις αντιλήψεις περί ανάθεσης, ρεφορμισμού, διαμεσολάβησης, σταθερά και για χρόνια δουλεύουμε επάνω στη διάχυση του αντικρατικού και αντικαπιταλιστικού προτάγματος. Ταυτόχρονα σε ό,τι αφορά την επίθεση από το καθεστώς, και μέσω της κρατικής καταστολής και μέσω των φασιστών, αναδεικνύουμε την ενιαία τους υπόσταση και επιχειρούμε και στο δρόμο, με πορείες, με διαδηλώσεις, με περιπολίες… Επιχειρούμε και αρκετές φορές το πετυχαίνουμε να ορθώσουμε ένα τείχος απέναντί τους.

 Ένα παράδειγμα είναι η προσπάθεια των φασιστών να επεκταθούν μετά τη γειτονιά του Άγ. Παντελεήμονα και στην πλατεία Αμερικής. Κάναμε μια σειρά από κινητοποιήσεις οι οποίες είχαν τα χαρακτηριστικά του κοινωνικού και ταξικού μετώπου από τα κάτω με αποτέλεσμα οι φασίστες να μην καταφέρουν να σταθούν στην πλατεία Αμερικής. Για να δώσουμε μια εικόνα, αυτή η αντιπαράθεση είναι και εδαφική αντιπαράθεση, όσο κι αν ακούγεται παράξενο. Ειδικά σε ό,τι αφορά το κέντρο της πόλης είναι μια συνεχής διαμάχη όπου κάθε σημείο στο οποίο επιχειρούν να επεκταθούν οι φασίστες, επιχειρούμε εμείς από την πλευρά μας να τους σταματήσουμε.

 

Κ: - Κινητοποιώντας όλες τις κοινωνικές δυνάμεις που είναι ανταγωνιστικές στους φασίστες με όρους ζωής.

 

Σ: - Και προτάσσοντας συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, αντι-θεσμικά κι από τα κάτω.

 

Κ: - Επίσης, προτάσσοντας στο λόγο μας όχι απλώς την αλληλεγγύη στους μετανάστες αλλά κυρίως τους κοινούς αγώνες μαζί τους.

 

Σ: -. Είναι ένα βασικό διακύβευμα για μας αυτό, οι κοινοί αγώνες με τους μετανάστες.

 Όλη αυτή η συζήτηση γίνεται αναφορικά με τη σημασία της παρουσίας των αναρχικών σε μια σειρά αγώνες, τους αντιφασιστικούς αγώνες, τις γενικές απεργίες, τους αγώνες τοπικών κοινωνιών, τους αγώνες για την υπεράσπιση της φύσης. Σε μια σειρά από κοινωνικά και ταξικά μέτωπα, υπήρχε πάντοτε παρουσία αναρχικών με ένα λόγο που συνέδεε το μερικό κάθε φορά, το σκοπό εκείνης της στιγμής, με το γενικό. Κι αυτό είναι κάτι το οποίο, ακριβώς επειδή έχει γίνει χρόνια τώρα σε πολλούς αγώνες, έχει αποδώσει καρπούς κι έχει κάνει ακόμα πιο δύσκολο για τους κυρίαρχους είτε να καθυποτάξουν είτε να ενσωματώσουν αυτούς τους αγώνες.

 

Κ: - Πιο συγκεκριμένα, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η παρέμβαση των αναρχικών έχει ως αποτέλεσμα πολύ ευρύτερα κοινωνικά κομμάτια να οικειοποιούνται τον τρόπο δράσης των αναρχικών όπως είναι οι δυναμικοί αγώνες, οι συγκρούσεις στο δρόμο, αλλά και κυρίως το πρόταγμα της αυτοοργάνωσης και το χτίσιμο δομών αντίστασης και αγώνα, σταθερών δομών. Κι αυτή η κοινωνική επίδραση των αναρχικών έγινε ιδιαίτερα ορατή από την εξέγερση του Δεκέμβρη του 2008 κι έπειτα.

 

Σ: - Υπάρχουν δυο βασικά σημεία που πρέπει να επισημάνουμε εδώ. Το ένα είναι η ιστορία των κοινωνικών και ταξικών αγώνων των τελευταίων 40 χρόνων, δηλαδή της περιόδου που ξεκινά με την πτώση της στρατιωτικής δικτατορίας το 1974. Το δεύτερο σημείο είναι η συνάντηση της ιστορίας αυτών των αγώνων με εκείνη του αναρχικού/αντιεξουσιαστικού κινήματος που γεννήθηκε[9] και αναπτύχθηκε[10] στους κόλπους αυτών των αγώνων.

Από τη μια, μετά την πτώση της δικτατορίας και μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1970, έχουμε ένα κύμα ιδιαίτερα δυναμικών απεργιών στα εργοστάσια, άγριων απεργιών που παίρνουν το χαρακτήρα  εξέγερσης ενάντια στη δικτατορία των αφεντικών και αποτελούν τις πρώτες απόπειρες των εργατών να οργανωθούν στους χώρους δουλειάς τους. Όμως έχουμε σημαντικές στιγμές εργατικής αντίστασης και αργότερα, στις αρχές της δεκαετίας του 1990, με τις απεργίες-καταλήψεις στα μεταλλεία Μαντουδίου και στο εργοστάσιο της Πειραϊκής-Πατραϊκής ενάντια στην αναδιάρθρωση και τις μαζικές απολύσεις. Στη συνέχεια, έχουμε αγώνες που δεν παίρνουν πλέον τη μορφή σκληρών και μακροχρόνιων απεργιών, αλλά υπάρχει ακόμα αντίσταση στους χώρους εργασίας, υπάρχουν δηλαδή μαζικές απεργίες και κινητοποιήσεις κυρίως ενάντια σε κάθε απόπειρα του κράτους να προχωρήσει σε μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού. Έτσι εξηγείται για παράδειγμα το γεγονός ότι η επίθεση στον τομέα του ασφαλιστικού το 2001 προσέκρουσε σε μια πολύ μεγάλη μαζική απεργία όπου παρέλυσαν τα πάντα, υποχρεώνοντας το κράτος να αναδιπλωθεί έστω και πρόσκαιρα. Με άλλα λόγια, το κράτος και τα αφεντικά επιχειρούν διαρκώς να επιτεθούν και βρίσκουν ισχυρά αναχώματα μπροστά τους και στους χώρους εργασίας. Αυτό δε σημαίνει ότι δεν επιτυγχάνουν και νίκες – πράγμα που οφείλεται σε πολύ μεγάλο βαθμό στις ξεπουλημένες συνδικαλιστικές ηγεσίες, αλλά και στις θέσεις και το ρόλο της καθεστωτικής αριστεράς.

Ταυτόχρονα σε αυτή την περίοδο, πέρα από τους ταξικούς, υπάρχουν και ισχυροί κοινωνικοί αγώνες. Στις δεκαετίες του 1990 και του 2000, εκδηλώνονται αντιστάσεις ενάντια στα σχέδια αναδιάρθρωσης του εκπαιδευτικού συστήματος. Μεγάλες μαθητικές κινητοποιήσεις που περιλαμβάνουν και σκληρές συγκρούσεις στους δρόμους, φοιτητικές κινητοποιήσεις που επίσης αποκτούν μια ιδιαίτερα δυναμική μορφή. Αναφέρομαι στις κινητοποιήσεις του 2006-2007, όταν καταλαμβάνονται σχεδόν όλα τα πανεπιστημιακά ιδρύματα της χώρας και υπάρχει μια συνεχής δραστηριοποίηση στο δρόμο η οποία καταλήγει σε σκληρές συγκρούσεις με την αστυνομία μπροστά στο κοινοβούλιο.  

Έχουμε επίσης τις αντιστάσεις τοπικών κοινωνιών στα σχέδια για την καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος, όπως είναι το παράδειγμα του ανυποχώρητου αγώνα των χωριών της Βαρβάρας και της Ολυμπιάδας στη Χαλκιδική ενάντια στην εγκατάσταση μεταλλείων χρυσού στη δεκαετία του 1990, ένας αγώνας που ανάγκασε την πολυεθνική εταιρεία TVX Gold να εγκαταλείψει τα σχέδιά της, Ένα άλλο σημείο που ξεδιπλώθηκαν αγώνες είναι η καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος, με χαρακτηριστικό παράδειγμα εκείνο της καταστροφής της Πάρνηθας και της εκτροπής του ποταμού Αχελώου.

Σε όλους αυτούς τους αγώνες, μικρούς και μεγάλους, κοινωνικούς και ταξικούς, άλλοτε περισσότερο άλλοτε λιγότερο, αναρχικοί σύντροφοι ήταν πάντα παρόντες. Κι αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία. Συμμετείχαν ή ήταν αλληλέγγυοι σε αυτούς τους αγώνες με το δικό τους λόγο που ξεπερνούσε τα στενά όρια των συντεχνιακών διεκδικήσεων ή των θεσμικών αιτημάτων. Αυτός ο λόγος διαχύθηκε και ταυτοχρόνως διαχύθηκε και η θέση τους, η δυναμική στάση τους αντιπαράθεσης στα σημεία όπου το κράτος και το κεφάλαιο προσπαθούν να επιβληθούν. Και μαζί διαχύθηκε και μια λογική συλλογικοποίησης, οργάνωσης των αγώνων από τα κάτω. Δηλαδή αρκετοί άλλοι άνθρωποι πέρα από τους ίδιους τους αναρχικούς είχαν οικείες πια στο μυαλό τους την αυτοοργάνωση, τη συλλογικοποίηση και τη σύγκρουση.

 

- Και με ποιο τρόπο έγινε αυτό ορατό το Δεκέμβρη του 2008;

 

Σ: - Το Δεκέμβρη του 2008, όταν δολοφονήθηκε ο 15χρονος Αλέξανδρος Γρηγορόπουλος στα Εξάρχεια, μια εμβληματική περιοχή και για τους αναρχικούς και για ένα κομμάτι της νεολαίας, ένας ολόκληρος κόσμος ξεσηκώθηκε. Ένας κόσμος που είχε συμμετάσχει σε αγώνες, έτσι όπως τους περιγράψαμε πριν, ειδικά των τελευταίων χρόνων, που είχε το background των αγώνων της μεταπολίτευσης[11], που κατανόησε ως χτύπημα στον ίδιο και όχι ως ένα μεμονωμένο περιστατικό αυτή τη δολοφονία και αποφάσισε να απαντήσει σε αυτή. Κι η απάντησή του ήταν και μαζική και επιθετική. Είναι γνωστό βέβαια ότι μιλάμε για μια κατάσταση όπου σχεδόν σε όλες τις πόλεις της Ελλάδας και βέβαια και στην Αθήνα που είναι το μητροπολιτικό κέντρο, βγήκαν στους δρόμους μαθητές, άνεργοι, επισφαλώς και μη εργαζόμενοι, και βέβαια οι αναρχικοί οι οποίοι και έδωσαν τον τόνο, καθώς ήταν στην πραγματικότητα οι πρώτοι που κατέβηκαν στο δρόμο την ίδια τη νύχτα της δολοφονίας του Γρηγορόπουλου και συγκρούστηκαν με τις δυνάμεις καταστολής, γεγονός που διέλυσε το μούδιασμα και το φόβο άλλων κομματιών της κοινωνίας. Στη διάρκεια του Δεκέμβρη έγιναν καταλήψεις σε πανεπιστημιακούς χώρους, δημιουργήθηκαν συνελεύσεις οι οποίες είχαν το χαρακτήρα του αντι-ιεραρχικού και του ανεξέλεγκτου, με την έννοια ότι δεν καθορίζονταν από ένα πολιτικό κέντρο συνδεδεμένο με κάποιο αριστερό κόμμα έτσι ώστε να έρθει σε διάλογο το κράτος μαζί του και να μπορέσει να το ενσωματώσει.

Δόθηκε ένα σινιάλο αντεπίθεσης το οποίο ξεπερνούσε πια την αγανάκτηση και την οργή για τη δολοφονία και αντλούσε οργή από την καθημερινή καταπίεση, κοινωνική και ταξική. Αυτό και σαν πολιτική θέση εκφράστηκε ξεκάθαρα από τους αναρχικούς και όλες οι κινητοποιήσεις με όλες τους τις μορφές είχαν, πέρα από τη μαζική συμμετοχή πολλών ανθρώπων, και τη μαζική αποδοχή από ευρύτερα κοινωνικά κομμάτια. Για να γίνει αυτό είχε ιδιαίτερη σημασία η παρουσία των αναρχικών γιατί, πέρα από το ότι έδωσαν το αρχικό σινιάλο της αντεπίθεσης, έδωσαν περιεχόμενο στην κίνηση αυτή έτσι ώστε να είναι και κοινωνικά κατανοητή, από πού ξεκινά δηλαδή, από πού πηγάζει και πού στοχεύει. Κι αυτό είχε τη σημασία του και στο εσωτερικό των εξεγερμένων. Δηλαδή δόθηκε μια σαφής κατεύθυνση, πράγμα που δε συνέβη  με άλλες εξεγέρσεις όπου δεν απουσίαζε η λογική της ενδοταξικής αντιπαράθεσης εν μέσω της εξέγερσης, δηλαδή το να στρέφονται οι φτωχοί εναντίον των φτωχών. Αυτό είναι κάτι που δε συνέβη, ακριβώς γιατί μέσα από μια λογική πολιτική, αναρχική, στοχοποιήθηκε συγκεκριμένα ο εχθρός, το κράτος και οι δομές του και οι μηχανισμοί του, το κεφάλαιο και τα σύμβολά του. Κι αυτή η λογική ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένη μεταξύ όσων συμμετείχαν στην εξέγερση. Ήταν προσδιορισμένο δηλαδή ποιους χτυπάμε και για ποιο λόγο.

 

- Πιστεύετε ότι ο Δεκέμβρης του 2008 επηρέασε τις μετέπειτα κινητοποιήσεις;

 

Σ: - Είναι σαφές ότι ο Δεκέμβρης επηρέασε τη σκέψη όσων συμμετείχαν σε αυτόν και δεν ήταν λίγοι. Άφησε πίσω του έναν τρόπο σκέψης με βάση τον οποίο πάρθηκαν οργανωτικές πρωτοβουλίες και δημιουργήθηκε μια πληθώρα καταλήψεων, στεκιών, συνελεύσεων γειτονιάς. Οι αγώνες που ξέσπασαν μετά το Δεκέμβρη ήταν σαφώς επηρεασμένοι από αυτόν τόσο σε ό,τι αφορά τα περιεχόμενά τους όσο και σε ό,τι αφορά τις μορφές τους. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι εκείνο του αγώνα στο πάρκο Κύπρου και Πατησίων όπου η απόφαση του τότε δημάρχου για καταστροφή του πάρκου και μετατροπή του σε πάρκινγκ οδήγησε σε συγκρούσεις με τις κατασταλτικές δυνάμεις. Ενός αγώνα που συνεχίζεται με διαφορετική μορφή μέχρι σήμερα.

Ναι, ο Δεκέμβρης επηρέασε σαφώς τις μετέπειτα κινητοποιήσεις. Ιδίως τις μέρες ψήφισης των μέτρων, είδαμε ότι υπήρχε μια δραστηριοποίηση, γίνονταν καταλήψεις κτιρίων, μπλόκα στους δρόμους, μαζικές επιθέσεις στις δυνάμεις καταστολής. Αυτό προφανώς συνδέεται και με τη βιαιότητα των μέτρων, προφανώς οφείλεται και στην ιστορία που αναφέραμε πριν των κοινωνικών αγώνων. Ωστόσο, αναμφίβολα αντλεί και παραδείγματα και ένα μαχητικό πνεύμα που προέρχεται από την εξέγερση του Δεκέμβρη. Επιπλέον δεν είναι τυχαίο το ότι η ιδέα της αυτοοργάνωσης άρχισε να εξαπλώνεται κοινωνικά σε τέτοιο βαθμό που έγινε απόπειρα αφομοίωσης και πολιτικής απονοηματοδότησής της. Αναφέρομαι εδώ στο κίνημα των αγανακτισμένων που εμφανίστηκε το 2011. Κι αυτό, μολονότι την εποχή εκείνη η πρακτική της αυτοοργάνωσης λειτούργησε πραγματικά στις γειτονιές. Στο εσωτερικό των αγανακτισμένων είχαμε την προσπάθεια να διατηρηθεί η μορφή της αυτοοοργάνωσης, απαλείφοντας το περιεχόμενό της. Απαλείφοντας δηλαδή την κριτική του κράτους και του καπιταλισμού. Χαρακτηριστικό της μεγάλης επιρροής των ιδεών της αυτοοργάνωσης είναι ότι όλοι αναφέρονταν σε αυτές πια, όταν βρίσκονταν στους δρόμους. Βλέπαμε δηλαδή και κόμματα της αριστεράς ιεραρχικά να μιλάνε για αυτοοργάνωση προσπαθώντας να της δώσουν τα δικά τους πολιτικά χαρακτηριστικά, ρεφορμιστικά και πασιφιστικά, χωρίς να έχουν πια τη δυνατότητα να βγαίνουν καθαρά και να λένε ναι, είμαστε κόμμα. Είχαν ένα πολιτικό σχέδιο αλλά δεν εμφανίζονταν σαν κόμμα, εμφανίζονταν σαν άτομα.

Το κίνημα των αγανακτισμένων συνάντησε τα όριά του στις 28/29 Ιούνη του 2011, όταν η περίφημη πασιφιστική συγκέντρωση των αγανακτισμένων μετατράπηκε σε πεδίο μάχης όπου η αυτοοργάνωση βρήκε τα πραγματικά της χαρακτηριστικά, αναδύθηκε ένα πνεύμα αλληλοϋποστήριξης, αλληλεγγύης, καταλήφθηκε ο σταθμός του μετρό στο Σύνταγμα. Πρέπει βέβαια να πούμε ότι στο συγκεκριμένο διήμερο είχε κηρυχτεί γενική απεργία και όταν η απεργιακή πορεία συναντήθηκε στο Σύνταγμα με τη συγκέντρωση των αγανακτισμένων, το πιο ριζοσπαστικό κομμάτι της πορείας έδωσε τα χαρακτηριστικά του σε αυτή τη συνάντηση, χαρακτηριστικά τα οποία γενικεύτηκαν. Δεν ήταν μια μειοψηφία που συγκρουόταν με τις κατασταλτικές δυνάμεις, αλλά ήταν πολλοί οι άνθρωποι που, είτε συμμετείχαν στις συγκρούσεις είτε τις επιδοκίμαζαν, άνθρωποι όλων των ηλικιών.

 

Α : - Όμως, όπως ήδη επισημάνθηκε, αυτές οι στιγμές κοινωνικής έκρηξης έχουν όρια, με την έννοια ότι σε τελική ανάλυση είναι αφομοιώσιμες από το σύστημα, θέτοντας ζητήματα πολιτικής προοπτικής.

  

Σ : - Και μέσα και από το Δεκέμβρη και μέσα από αυτούς τους αγώνες στους οποίους αναφερθήκαμε προηγουμένως, μέσα από την παρουσία μας και την παρέμβασή μας σε αυτούς, διαπιστώσαμε ότι ο τρόπος οργάνωσής μας δεν επαρκούσε, κι ότι τόσο στο πολιτικό όσο και στο κοινωνικό και το ταξικό χρειάζεται η δημιουργία οργανώσεων βάσης οι οποίες να μπορούν να λειτουργήσουν από κοινού. Θέλω να πω ότι υπάρχει ένας κόσμος αυτή τη στιγμή, έχουν αλλάξει οι συνθήκες, είναι πάρα πολλοί οι άνθρωποι που συμμετέχουν στους αγώνες. Και όλοι αυτοί οι άνθρωποι δε μπορούν να οργανωθούν σε ομάδες συγγένειας. Χρειάζονται άλλες μορφές οργάνωσης οι οποίες να κρατάνε το χαρακτήρα της αυτοοργάνωσης και τον αντι-ιεραρχικό χαρακτήρα, αλλά ταυτοχρόνως να ανταποκρίνονται στα νέα δεδομένα όπου μεγάλες μάζες ανθρώπων έχουν την ανάγκη, ψάχνουν, προσπαθούν να εκφραστούν απέναντι στο καθεστώς και πρέπει να έχουν έναν τρόπο να συναντιούνται σε μια σταθερή βάση.

Μέσα από αυτή τη διαδικασία ξεπήδησαν στην πραγματικότητα και οι συνελεύσεις γειτονιάς, ενώ τα σωματεία βάσης είχαν αρχίσει ήδη να δημιουργούνται.. Αυξήθηκαν οι καταλήψεις, τα στέκια κι οι αυτοοργανωμένοι χώροι αγώνα σε όλη τη χώρα. Σε ό,τι αφορά ειδικά τους αναρχικούς, γεννήθηκε η ιδέα και η ανάγκη για τη δημιουργία αναρχικής οργάνωσης η οποία θα επιχειρεί να παρεμβαίνει κεντρικά με βάση ένα κοινά συμφωνημένο πολιτικό πλαίσιο και σε σταθερή βάση.

 

Α : - Σήμερα, πέντε χρόνια μετά την εξέγερση του Δεκέμβρη και εν μέσω μιας γενικευμένης κρίσης του συστήματος, είναι απαραίτητο για μας τους αναρχικούς να διαδώσουμε όσο το δυνατόν ευρύτερα το λόγο και τις θέσεις μας, μέσα από την πολιτικά διακριτή μας παρουσία και παρέμβαση στους κοινωνικούς και ταξικούς αγώνες με στόχο να συμβάλλουμε στη ριζοσπαστικοποίηση αυτών των αγώνων, στη σύνδεσή τους, καθώς και στην ενδυνάμωση των ρήξεων που αυτοί είναι ικανοί να προκαλέσουν στο καθεστώς. Όμως αυτή η παρουσία και αυτή η παρέμβαση δεν πρέπει να είναι στιγμιαίες και ευκαιριακές. Πρέπει να είναι διαρκείς και οργανωμένες. Για να συμβάλλουμε στη δημιουργία ενός μαζικού επαναστατικού κινήματος ικανού να ανατρέψει το κράτος και το κεφάλαιο, ανοίγοντας το δρόμο προς την Αναρχία και τον Κομμουνισμό.

 

 

Αθήνα, Φλεβάρης του 2013

 

 

 

Το κείμενο της συνέντευξης μεταφράστηκε στα γαλλικά και τυπώθηκε στο Παρίσι τον Ιούνιο του 2014. Ευχαριστούμε θερμά τους συντρόφους στη Γαλλία που βοήθησαν στην επιμέλεια της μετάφρασης και έκαναν τη σελιδοποίηση της μπροσούρας.

 

Για επικοινωνία: all_anar@hotmail.com

 

www.squathost.com/anar_gr

 


 

[1] Η Πάρνηθα η οποία έχει υποστεί τις καταστροφικές συνέπειες της καπιταλιστικής και κρατικής επίθεσης (λειτουργία καζίνο, εγκατάσταση κεραιών, ραντάρ και στρατιωτικών βάσεων, αστική δόμηση), το 2007 αντιμετώπισε μια μεγάλη πυρκαγιά στη διάρκεια της οποίας καταστράφηκε μέρος των δασών της, ενώ πολλά ζώα που κατέφευγαν σε αυτά κάηκαν ζωντανά. Όμως "το καζίνο ευτυχώς σώθηκε", όπως δήλωσε ο τότε υπουργός Δημόσιας Τάξης Βύρων Πολύδωρας. Στις 29 Ιούλη του 2007, αγωνιστές και αγωνίστριες επιτέθηκαν συμβολικά στο καζίνο ρίχνοντας κόκκινη μπογιά στην πρόσοψή του. Πρόκειται για μια ενέργεια που κινητοποίησε μεγάλο αριθμό επίγειων και εναέριων αστυνομικών δυνάμεων για την καταδίωξη των συντρόφων μέσα στο δάσος με αποτέλεσμα τη σύλληψη 27 εξ αυτών. Ακολούθησαν πορείες ενάντια στη λεηλασία της Πάρνηθας και κλείσιμο του δρόμου που οδηγεί στο Καζίνο. Από το 2008 κι έπειτα, αρχικά η Πρωτοβουλία αγώνα από το λόφο του Στρέφη και στη συνέχεια η Πρωτοβουλία αγώνα για τη γη και την ελευθερία οργανώνει κάθε χρόνο, στην επέτειο της πυρκαγιάς, διήμερο οδοιπορικό αντίστασης στην Πάρνηθα.      

 

[2] Το φαραωνικό σχέδιο της εκτροπής του ποταμού Αχελώου και της κατασκευής υδροηλεκτρικών φραγμάτων συνεπάγεται την καταβύθιση κοιλάδων και χωριών και την καταστροφή οικοσυστημάτων. Ο αγώνας ενάντια σε αυτό το καταστροφικό σχέδιο του κράτους χρονολογείται από το 1990, όταν οι κάτοικοι της Μεσοχώρας η οποία απειλείται με εκκένωση, κατέλαβαν το εργοτάξιο κατασκευής του φράγματος της ΔΕΗ και συγκρούστηκαν με τις αστυνομικές δυνάμεις. Από το 2008 κι έπειτα, η Αυτόνομη Συνάντηση Αγώνα, που αποτελείται από συλλογικότητες συντρόφων από την Αθήνα και άλλες πόλεις της χώρας, διοργανώνει κάθε χρόνο εκδηλώσεις-παρεμβάσεις στην περιοχή καθώς και πορεία προς το φράγμα της Μεσοχώρας.  

 

[3] Ο αγώνας των κατοίκων της Ιερισσού και της Μεγάλης Παναγίας στη Χαλκιδική ενάντια στα σχέδια της πολυεθνικής Eldorado Gold για εγκατάσταση μεταλλείων χρυσού στην περιοχή χρονολογείται από το 2009. Πρόκειται για ένα σχέδιο που η υλοποίησή του συνεπάγεται την καταστροφή του εδάφους, του υπεδάφους και των υπόγειων υδάτων της περιοχής από την ύπαρξη μεγάλων ποσοτήτων τοξικών ουσιών που απαιτούνται για την εξόρυξη και την επεξεργασία χρυσοφόρων κοιτασμάτων. Στη δεκαετία του 1990 ένας παρόμοιος αγώνας στα γειτονικά χωριά της Βαρβάρας και της Ολυμπιάδας που πήρε το χαρακτήρα εξέγερσης είχε αναγκάσει μια άλλη εταιρεία, την TVX Gold να εγκαταλείψει τα σχέδιά της για εγκατάσταση μεταλλουργίας χρυσού στην Ολυμπιάδα. Ο ανυποχώρητος αγώνας των κατοίκων της ιερισσού και της Μεγάλης Παναγίας βρίσκεται αντιμέτωπος με την ωμή κρατική καταστολή, η οποία εντάθηκε ακόμα περισσότερο μετά την πραγματοποίηση ενέργειας σαμποταζ σε εργοτάξιο της εταιρείας.  

 

[4] Η εισβολή ειδικών δυνάμεων της αστυνομίας στην κατάληψη της Λέλας Καραγιάννη έγινε στις 15 Γενάρη του 2013, λίγο καιρό πριν δοθεί η συνέντευξη.

 

[5] Η απεργία των εργατών της χαλυβουργίας στον Ασπρόπυργο, η οποία ξεκίνησε στις 30 Οκτώβρη του 2011 ενάντια στη μείωση των ωρών εργασίας και την παράλληλη μισθολογική μείωση κατά 40%, υπήρξε η πιο μακροχρόνια εργατική απεργία στην Ελλάδα. Κράτησε 9 ολόκληρους μήνες, παρά τις τεράστιες δυσκολίες επιβίωσης των απεργών, τις διαρκείς απολύσεις και τις επιθέσεις των απεργοσπαστών που επιχειρούσαν να εισβάλλουν στο εργοστάσιο. Τα ξημερώματα της 20ης Ιούλη 2012, μετά το σχηματισμό της κυβέρνησης Σαμαρά που προέκυψε από τις εκλογές του Ιούνη, η αστυνομία εισέβαλε στο χώρο του εργοστασίου και συνέλαβε απεργούς. Επρόκειτο για την πρώτη ενέργεια της κατασταλτικής πολιτικής της νέας κυβέρνησης η οποία συνεχίστηκε, μεταξύ άλλων, με την επίθεση ενάντια στις καταλήψεις και τους αυτοοργανωμένους χώρους αγώνα.  

 

[6] Δεν είναι τυχαίο ότι ο όρος "εστίες ανομίας" χρησιμοποιήθηκε επίσης στην προσπάθεια της κυβέρνησης να νομιμοποιήσει κοινωνικά την επίθεση ενάντια στις καταλήψεις και τους αυτοοργανωμένους χώρους αγώνα. Πρόκειται για έναν όρο που υποδηλώνει τη βούληση του κράτους να καταστρέψει κάθε χώρο που ξεφεύγει από τον έλεγχό του.

 

[7] Τον Σεπτέμβρη του 2013, οχτώ μήνες μετά την πραγματοποίηση της συνέντευξης, μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, το κράτος προχώρησε στη σύλληψη στελεχών της Χρυσής Αυγής, παρουσιαζόμενο ως προστάτης της "δημοκρατικής νομιμότητας" και χρησιμοποιώντας αυτή την υπόθεση για να νομιμοποιήσει κοινωνικά την εφαρμογή νόμων έκτακτης ανάγκης για να τους εφαρμόσει στη συνέχεια ενάντια σε όσους αγωνίζονται. Σε σχέση με αυτό το ζήτημα, δες την προκήρυξη του Κύκλου της φωτιάς "Οι φασίστες είναι τάγματα εφόδου του κράτους και μπράβοι των αφεντικών. Ο κόσμος της αντίστασης θα τους συντρίψει αυτούς και τους πάτρωνές τους", στο σάιτ www.squathost.com/anar_gr.  

[8] Στις 20 Δεκέμβρη του 2012, η αστυνομία προχώρησε στην εκκένωση της κατάληψης Villa Amalias. Στις 9 Γενάρη του  2012, δεκάδες σύντροφοι προχώρησαν σε συμβολική ανακατάληψη του κτιρίου της Villa Amalias, αιφνιδιάζοντας την αστυνομία, ενώ ταυτόχρονα άλλοι σύντροφοι προχώρησαν σε κατάληψη των γραφείων της ΔΗΜΑΡ η οποία συμμετείχε στην τότε τρικομματική κυβέρνηση. Την ίδια μέρα, η αστυνομία αφού συνέλαβε τους συντρόφους που είχαν προχωρήσει στην ανακατάληψη της Villa Amalias, εκκένωσε την κατάληψη Σκαραμαγκά. Στη διαδήλωση της 12 Γενάρη 2013 που είχαν καλέσει οι καταλήψεις, συμμετείχαν πάνω από 10 χιλιάδες άνθρωποι, σημάδι μιας κοινωνικής δυναμικής που ανησύχησε την κυβέρνηση. Τρεις μέρες αργότερα, η απόπειρα εκκένωσης της κατάληψης Λέλας Καραγιάννη κατέληξε σε φιάσκο. Μετά την αστυνομική επιχείρηση, το κτίριο ανακαταλήφθηκε άμεσα από συντρόφους της κατάληψης και αλληλέγγυους. Αυτό σηματοδότησε την προσωρινή αναστολή της κατασταλτικής επίθεσης του κράτους ενάντια στις καταλήψεις και τους αυτοοργανωμένους χώρους αγώνα.

[9] Η πρώτη παρουσία αναρχικών στη μεταπολεμική περίοδο συνδέεται με τα γεγονότα της εξέγερσης του Πολυτεχνείου το 1973. Η συμμετοχή αναρχικών συντρόφων σε αυτή την εξέγερση ήταν σημαντική, όχι από αριθμητική άποψη, αλλά από την άποψη της πολιτικής τους συμβολής, καθώς δεν περιορίζονταν στα συνθήματα κατά της δικτατορίας, αλλά αντιθέτως υιοθέτησαν ευρύτερα πολιτικά χαρακτηριστικά, αντικαπιταλιστικά και αντικρατικά. Αυτό καθόρισε την ιστορία και την εξέλιξη του αναρχικού/αντιεξουσιαστικού κινήματος. Το τελευταίο στη δεκαετία του 1970 αποτελούσε την πιο ριζοσπαστική συνιστώσα μιας κοινωνικής και πολιτικής δυναμικής που αμφισβητούσε το πέρασμα από τη στρατιωτική δικτατορία στην κοινοβουλευτική δημοκρατία.

 

[10] Να θυμίσουμε ότι οι αρχές της δεκαετίας του 1980 χαρακτηρίστηκαν από την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία και την αφομοίωση των κοινωνικών αγώνων της δεκαετίας του 1970. Οι αναρχικοί, σε αντίθεση με τους ακροαριστερούς ήταν οι μόνοι που δεν αφομοιώθηκαν από το καθεστώς. Από το 1985 κι έπειτα, μετά τη δολοφονία του 15χρονου Μιχάλη Καλτεζά από την αστυνομία στα Εξάρχεια, ανέπτυξαν μια πληθώρα μαχητικών αντιστάσεων που πήραν ακόμα και το χαρακτήρα εξέγερσης και οι οποίες αποτέλεσαν το έδαφος για τη συνάντησή τους με την άγρια νεολαία. Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, η ένταση της επίθεσης του κράτους και του κεφάλαιου στο όνομα του εκσυγχρονισμού και της αναδιάρθρωσης δημιούργησε το έδαφος για την ανάπτυξη σημαντικών ταξικών αγώνων, δημιουργώντας σε ορισμένες περιπτώσεις νέες μορφές αναρχικής παρέμβασης στην προσπάθεια συντρόφων να συνδεθούν με αυτούς τους αγώνες και να συμβάλλουν στη ριζοσπαστικοποίησή τους.   

 

[11] Ο όρος μεταπολίτευση χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει την περίοδο που ανοίγεται με την πτώση της δικτατορίας το 1974, μια περίοδο που χαρακτηρίζεται από ένα πνεύμα ιδιαίτερα έντονης κοινωνικής αναταραχής, σύμπτωμα μιας κοινωνικής και πολιτικής δυναμικής που υπερέβαινε κατά πολύ τα πλαίσια μιας απλής μετάβασης από τη στρατιωτική δικτατορία στην κοινοβουλευτική δημοκρατία. Το να θέσει ένα πολιτικό τέλος σε αυτή την περίοδο αποτέλεσε για πολύ καιρό –και από ορισμένες απόψεις εξακολουθεί να αποτελεί- ένα μείζον διακύβευμα για το κράτος, όποια κι αν ήταν η μορφή πολιτικής διαχείρισης.